Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2007

La Rumba de Barcelona

ENGLISH

Θα διασχίσεις

Ένα πρωινό τον κόσμο

Και θα είναι πιο όμορφα και από ένα όνειρο

Γιατί μια καινούρια αγάπη θα χύνεται σαν μέλι

Και από ένα σημείο της γης αυτός ο ήλιος θ’ ανατέλλει

Τα λόγια αυτά ακούγονταν σαν υπόσχεση μέσα στο κεφάλι μου, τη στιγμή που έβλεπα την ανατολή μέσα από το αεροπλάνο, περίπου πριν από ένα χρόνο. Προσγείωση. Σε μια πόλη τυλιγμένη στην ασάφεια του αγνώστου και το κρύο του χειμώνα. Σε ένα άγνωστο σπίτι, όπου λίγο αργότερα οι στίχοι αυτοί ακούστηκαν ξανά… «Βρε μπας και έχω παραισθήσεις;» - τελικά όχι, ο συγκάτοικος είχε βάλει να ακούσει το «Κλεμμένο ποδήλατο» των Στέρεο Νόβα, χωρίς να ξέρει ότι όλη τη μέρα έπαιζε μέσα στο μυαλό μου…

Είχα ξανάρθει εδώ άλλες δύο φορές· όμως η πόλη των διακοπών δεν έμοιαζε με την πόλη όπου ζούσα τώρα. Ως επισκέπτης τραβάς φωτογραφίες τα κτίρια του Gaudi και νομίζεις ότι αυτή είναι η πόλη, ένα καρτ-ποστάλ. Ως κάτοικος όμως νιώθεις ότι η ομορφιά της δεν είναι αυτή… Αλλά ποια είναι; Οι δρόμοι του Γκότικο ένας λαβύρινθος, η ομοιομορφία της Εισάμπλε αφόρητη, η μυρωδιά της πόλης –μπάφος και κάτουρο: “leau de Barcelone” που λέει ειρωνικά ο κολλητός- αποπνικτική, το πλήθος των ανθρώπων που περπατάνε ή παραπατάνε μεθυσμένοι ανυπόφορο.

Καθώς όμως το πλέγμα του Γκότικο και του Ραβάλ άρχισε να παίρνει σχήμα στο μυαλό μου, καθώς η ομοιομορφία της αστικής ζώνης άρχισε να σπάει και τα ονόματα των δρόμων να γίνονται γνώριμα, η πόλη έγινε εγώ και εγώ η πόλη. Με άλλαζε με τις εικόνες και τις εμπειρίες που εισέβαλλαν στη ζωή μου, την άλλαζα φθείροντας με τα παπούτσια μου τους χιλιοπατημένους δρόμους της· ενώνοντας την ανάσα μου με τον αέρα της· προσθέτοντας τη φωνή μου στο θόρυβό της· ενσωματώνοντας τη δράση μου στην κίνησή της.

Και ο ήλιος όντως ανέτειλε· ζεσταίνοντας την πόλη, φωτίζοντας τις γκρίζες γωνίες της, που περίμεναν από εμένα να τις ζωγραφίσω, σαν ολόλευκος καμβάς. Τα χρώματα: οι εμπειρίες μου. Σε αυτή τη γωνία χάθηκα / σε αυτή τη γειτονιά περπάτησα / σε αυτό το δρόμο απελπίστηκα / εδώ έκλαψα / εκεί μέθυσα / παρακεί φίλησα / λίγο πιο πέρα αγάπησα… την πόλη και τους ανθρώπους.

Ανθρώπους από κάθε γωνιά της γης με τους οποίους μας ένωσαν δυο πράγματα: η απόφασή μας να έρθουμε σε αυτό τον τόπο και μια λάμψη στα μάτια, που έδειχνε ότι θα «κολλήσουμε».

Μια πόλη είναι όλοι οι άνθρωποι που την περπάτησαν και την περπατάνε, που ανέπνευσαν, ονειρεύτηκαν και σκόνταψαν στους δρόμους της. Και η Βαρκελώνη από αυτή την άποψη είναι απέραντη, αφού τη διαβαίνουν άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο, δίνοντάς της ύλη, εικόνα και ψυχή από τόπους μακρινούς. Σου προσφέρεται ως σκηνικό και ως ψυχή της δράσης. Κάθε γωνία μπορεί να σου επιφυλάσσει μια ξεχωριστή εικόνα, μια όμορφη στιγμή. Η ομορφιά της είναι η ζωή στους δρόμους, το γέλιο, η μουσική. Περιπλανήσου στους δρόμους της και αφουγκράσου· θα φτάσουν στα αυτιά σου οι ήχοι ενός θρήνου φλαμένκο, τύμπανων, εξωτικών οργάνων, ανθρώπων που μιλούν ακατάπαυστα· είναι ο ρυθμός της πόλης, που σε λίγο συντονίζεται με την καρδιά σου.

Υ.Γ.: Ο τίτλος La Rumba de Barcelona είναι φυσικά από τον Manu Chao· δεν μπορώ να φανταστώ τραγούδι που να ταιριάζει καλύτερα σε αυτή την πόλη!

Και στη φωτογραφία, ένα στιγμιότυπο από τους δρόμους της Βαρκελώνης...

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2007

Πώς να τη βγάλετε καθαρή από απόπειρα ανθρωποκτονίας χρησιμοποιώντας τη μητρική σας γλώσσα

ENGLISH

Δευτέρα πρωί και φεύγω τρέχοντας για τη δουλειά· θ’ αργήσω, παίρνω το ποδήλατο να φτάσω πιο γρήγορα – κακή ιδέα, τελευταία όλο σε μπελάδες με βάζει. Λίγα μέτρα πριν τον προορισμό μου, να σου ένας γέρος στη μέση της Gran Via, που τη δεδομένη ώρα ήταν τίγκα στην κίνηση. Σταματάω τελευταία στιγμή πριν τον πατήσω. Κακώς, γιατί αυτός αντί να ευχαριστήσει την καλή του τύχη και τα καλά μου αντανακλαστικά, τα παίρνει, με αρπάζει από τον ώμο και δε μ’ αφήνει με τίποτα. Και τώρα, πώς ξεμπλέκω από αυτόν

α. Όσο γίνεται πιο γρήγορα για να μη χάσω το τρένο

β. Χωρίς να του χώσω κανένα φούσκο, γιατί σέβομαι την ηλικία του, μη χέσω

γ. Χωρίς να μας πατήσουν τα αυτοκίνητα, που, καθώς είχε ανάψει το πράσινο, περνούσαν ξυστά από δίπλα μας με ιλιγγιώδη ταχύτητα.

Κάτι το άγχος, κάτι η σύγχυση, κάτι τα νεύρα μου, ξεσπάω στη γλώσσα μου. Αρνούμαι να μιλήσω λέξη ισπανικά, ούτως ή άλλως ο τύπος δε μου φαινόταν να παίρνει από λόγια, και αρχίζω τα ελληνικά, για να βαρεθεί να μιλάει μόνος του και να μ’ αφήσει. Τίποτα! Ντε και καλά ήθελε να με χώσει στην ψειρού επειδή έτρεχα γρήγορα! Ευτυχώς σταματάει ένας μοτοσικλετιστής, με γλιτώνει από τα νύχια του γέρου και τον μπινελικώνει και από πάνω λέγοντάς του «Μα καλά, είσαι παλαβός; Άφησέ την, είναι ξένη, δε σε καταλαβαίνει!». Χεχεχε, αυτό που περίμενα ν’ ακούσω. Α-κρι-βώς!

Τη στιγμή που την κάνω, γυρίζω προς το γέρο και σε μια ύστατη προσπάθεια να μοιραστώ μαζί του κάτι από τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας του φωνάζω: «Μαλλλάκα, ε μαλλλάκα» (Με Θεσσαλλλονικιώτικη προφορά, εξ ου και τα τρία «λλλ»).

Φτάνω στο σταθμό ακριβώς τη στιγμή που φεύγει το τρένο, ευτυχώς το πρόλαβα. Προσπαθώντας να χαλλλαρώσω (να ’τη η προφορά και πάλι), σκέφτομαι τι βολικό που είναι ενίοτε να μιλάς μια γλώσσα που κανείς (σχεδόν) δεν καταλαβαίνει. Τα ελληνικά είναι για μένα το τέλειο όπλο για να γλιτώνω από τους ενοχλητικούς.

Σου την πέφτει κανένας μεθυσμένος στο μπαρ; Σου ζητάει κανένα πρεζόνι ψιλά; Σου τα πρήζουν γενικώς; Μιλάς ελληνικά, βλέπουν ότι δε βγαίνει συνεννόηση και εντός ολίγων δευτερολέπτων σε αφήνουν στην ησυχία σου – αποστολή εξετελέσθη!

Ξέρω, θα μου πείτε ότι υπάρχουν χιλιάδες ελληνικές λέξεις στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ισπανικά. Όμως καμία από αυτές δεν είναι από τις ωραίες λέξεις που χρησιμοποιούμε σε καταστάσεις τσατίλας. Δηλαδή δεν ξέρω για σας, αλλά εγώ όταν έχω νεύρα δύσκολα χρησιμοποιώ τις λέξεις «ιστορία», «ψυχολογία», «φωτογραφία», «χάος», «φιλοσοφία», ή «αιμορροΐδες» .

Εξάλλου, αν τα έχεις πάρει για τα καλά, ακόμα και να το θέλεις, άντε να σου βγει το μπινελίκι σε μεταγλώττιση.

Δηλαδή σε οποιαδήποτε στιγμή… πάθους, οι ξένες γλώσσες πάνε περίπατο. Ναι, μιλάω για το σεξ, πάλι! Άντε να μεταφράσεις στον όμορφο και πρόθυμο να σε ικανοποιήσει αλλοδαπό, που απορεί τι μουρμουρίζεις, το «τι μου κάνεις παιχταρά μου». Πες το με τη γλώσσα του σώματος, θα καταλάβει σίγουρα! ;)

Βέβαια, αμέσως μετά την εν λόγω πράξη (το σεξ ντε), τα ελληνικά και πάλι αποδεικνύονται πολύ βολικά, αν θέλεις να καυχηθείς για τα κατορθώματά σου στους επίσης Έλληνες φίλους σου, χωρίς να σε νοιάζει για το αν θα σε ακούσει κανείς τριγύρω, γιατί νομίζεις ότι κανείς δε σε καταλαβαίνει. Νομίζεις…

Κάπως έτσι μια ηλιόλουστη μέρα σε ένα εστιατόριο στη Βαρκελώνη, μου αφηγούνταν ένας φίλος μου την πιο πρόσφατη σεξουαλική του εμπειρία, με κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια· πάνω που είχαμε φτάσει στο φλέγον θέμα της κορύφωσης, κάποιος από το διπλανό τραπέζι του απευθύνει το λόγο στα ελληνικά: «Εσύ εδώ; Τι κάνεις;». Όχι μόνο είχαμε μια Ελληνίδα δίπλα, αλλά την γνώριζε κιόλας προσωπικά!

Εννοείται πως ο φίλος μου ήθελε πρώτα να με σκοτώσει που πιάνω τέτοια θέματα μεσημεριάτικα (μα κάνουν καλό στη χώνεψη!) και δεύτερον να πεθάνει από τη ντροπή του. Δεν ξέρω πώς τη γλίτωσα, αλλά αυτή τη φορά σίγουρα δε θα τη βγάλω καθαρή αν διαβάσει το blog μου – αν αυτό το post είναι το τελευταίο, θα πει ότι πραγματοποίησε την απειλή του και με ξέκανε, οπότε αντίο καλοί μου φίλοι!

Γι’ αυτό λοιπόν, μάθετε ξένες γλώσσες που δεν μιλάει «σχεδόν» κανείς γύρω σας, ελληνικά, βασκικά, σουαχίλι, ό,τι και να επιλέξετε, θα σας βγάλει από δύσκολες καταστάσεις με τρελούς ή ενοχλητικούς… προσοχή όμως σε αυτό το «σχεδόν»!

Υ.Γ. Αυτό το post το γράφω μέσα στο τρένο, στα ελληνικά. Η διπλανή μου κοιτάζει το γραπτό μου απορημένη, «Μα τι αλφάβητο είναι αυτό;». Ελληνικό :D

Ναι, εγώ είμαι αυτή στη φωτογραφία! Αλλά μη φοβάστε, κρατάω νεροπίστολο!


Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2007

Φεστιβαλίζεστε; Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης… Για πάντα!

ENGLISH

Πονάωωωω

Υποφέρωωωω

Σβήνωωωωωωω

Ωχ τι συμφορά! Τι τα ήθελα τα Λονδίνα και τις Βαρκελώνες! Έφαγα τα ποδαράκια μου να περπατάω μέσα στο κρύο στους δρόμους του Soho και του Camden. Και τώρα πάλι πίσω να βολτάρω στο Raval και το Gotico, τη στιγμή που το μυαλό μου ταξιδεύει αλλού:

Στη Θεσσαλονίκη.

Ανάβουν τα φώτα κατά μήκος της παραλίας· το πλακόστρωτο του λιμανιού γεμίζει κόσμο· οι αίθουσές του που μένουν όλο το χρόνο κλειστές ανοίγουν και ο Βαρδάρης που αυτό τον καιρό αρχίζει να δείχνει τα δόντια του, σε κάνει να θέλεις να μπεις σ’ αυτές όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Γιατί αρχίζει το Διεθνές_Φεστιβάλ_Κινηματογράφου_Θεσσαλονίκης!

Χωρίς εμένα – θα χρειαστώ εντατική θεραπεία για να το ξεπεράσω αυτό! Για πρώτη φορά εδώ και δέκα χρόνια δεν είμαι εκεί. Για δέκα χρόνια, αυτές τις δέκα μέρες ζούσα για το φεστιβάλ. Τη στιγμή που έμπαινα στο λιμάνι με κατέκλυζε μια τρελή χαρά, ένιωθα ευτυχισμένη.

Γιατί για μένα είναι ο παράδεισος επί γης: ένα από τα μεγαλύτερα φεστιβάλ της ηπείρου, που έχει ό,τι μπορείς να σκεφτείς. Αν ψάχνεις…

Τέχνη: Με πάνω από διακόσιες ταινίες απ’ όλο τον κόσμο, τα καλύτερα αφιερώματα σε σκηνοθέτες και ηθοποιούς, αλλά και εκθέσεις, τι άλλο θέλεις; Στο φεστιβάλ έχω δει τις καλύτερες ταινίες από κάθε γωνία του πλανήτη, έχω ανακαλύψει καινούριους σκηνοθέτες, τους οποίους ξανασυναντάω αργότερα σαν παλιούς φίλους και παρακολουθώ την πορεία τους. Στις ταινίες μπορείς να βρεις τη συγκίνηση που σου προσφέρει η τέχνη (το έργο του Νίκου Γραμματικού είναι το απόλυτο παράδειγμα για μένα) ή να πλουτίσεις τη

Γνώση σου για κάθε θέμα· με λίγη προσοχή σε αυτά που βλέπεις μπορείς να μάθεις ιστορία, πολιτικές επιστήμες ή και ξένες γλώσσες· μια χρονιά είχα παρακολουθήσει τόσο στενά το αφιέρωμα στο ιαπωνικό θρίλερ που είχα αρχίσει να λέω τις πρώτες μου λέξεις στη γλώσσα: «πρόσεχε!», «βοήθεια!», «θα πεθάνεις!»· άλλη χρονιά μάθαινα τα πρώτα μου κινέζικα μέσα από το χρώμα, το ρυθμό και τη μελαγχολία του Wong Kar Wai. Με τόση ποικιλία πάντα βρίσκεις αυτό που σε ενδιαφέρει και σου αρέσει. Και περνάς καλά. Εγγύηση. Ακόμα και αν δεν ήρθες για την κουλτούρα και απλά θέλεις να γευτείς λίγο…

Γκλάμουρ: Κυκλοφορούν πολλές διασημότητες στα δρομάκια του λιμανιού, σκηνοθέτες, ηθοποιοί… Κάποιοι το παίζουν ντίβες, άλλοι είναι απλοί, σαν καθημερινοί άνθρωποι των οποίων τα πρόσωπα σου φαίνονται γνώριμα. Έτσι μια μέρα βλέπω ένα μπάρμπα που κάτι μου θυμίζει, κάτι μου θυμίζει… «Καλέ είναι σαν τη γιαγιά μου με μούσι!», αναφωνώ. «Ποια γιαγιά σου ρε; Είναι ο Francis Ford Coppola!». Τρομερή ομοιότης! Έχει ενδιαφέρον να τους ακούς όλους αυτούς να μιλάνε για τη δουλειά τους στο τέλος κάθε προβολής, αλλά αν είσαι τύπος της δράσης, δε χρειάζεται να κάθεσαι παθητικός θεατής, κάνε…

Αθλητισμό: Βέβαια εδώ τα αγωνίσματα έχουν μια πρωτοτυπία· αγώνας δρόμου για να βρεις εισιτήριο, διαγωνισμός αντοχής στην ορθοστασία (στις ουρές για τις ταινίες και πολλές φορές και μέσα στις αίθουσες, καθώς είναι ασφυκτικά γεμάτες και ο κόσμος όχι μόνο είναι πρόθυμος να δει τις ταινίες χωρίς θέση, αλλά και αισθάνεται προνομιούχος απέναντι σε αυτούς που δεν κατάφεραν καν να μπουν μέσα) μαραθώνιος ταινιών από το πρωί ως το βράδυ, ενίοτε και όλη νύχτα. Οι έντονα ανταγωνιστικοί σινεφίλ ρωτάνε τους διπλανούς τους πόσες ταινίες καταφέρνουν να δουν κάθε μέρα και προσπαθούν να τους ξεπεράσουν· ενίοτε σπάνε κάθε παγκόσμιο ρεκόρ μένοντας σε μια αίθουσα να δούνε όλο το Berlin Alexanderplatz του Fassbinder μονορούφι (15 ώρες, μόνο!). Και κοίτα να δεις αδικία, αυτοί είναι οι πρωταθλητές αλλά οι καλλιτέχνες τελικά παίρνουν όλα τα…

Βραβεία: Καλά, τα βραβεία του φεστιβάλ δεν έχουν την αίγλη των Όσκαρ. Τα οποία πάντα σνόμπαρα, αλλά όταν πριν από δύο χρόνια βρεθήκαμε με να στήνουμε την έκθεση του Storaro, στην οποία είχε κουβαλήσει και τα τρία του Όσκαρ, δεν μπορέσαμε να αντισταθούμε στον πειρασμό, πήραμε τα αγαλματάκια και αρχίσαμε να κάνουμε απονομή μεταξύ μας, να ευχαριστούμε τον ατζέντη μας, τον πλαστικό μας χειρούργο, το σκύλο μας κτλ. Τη στιγμή που καμάρωνα για το Βραβείο της Ακαδημίας που πήρα για το «Αποκάλυψη Τώρα!» μπαίνει ο κάτοχός του και μένω και εγώ άγαλμα, σαν το θείο Όσκαρ. Ωραίος τύπος ο Storaro, γέλασε και άρχισε να τραβάει φωτογραφίες! Κάτι τέτοια χαζά έκανα όσες φορές βρήκα στο Φεστιβάλ…

Δουλειά: Η καλύτερη που έχω κάνει: οχτώ ώρες μέσα στο χώρο του φεστιβάλ, με τους φίλους να πηγαινοέρχονται (για να τους βάλεις να δουν καμιά ταινία τζάμπα), το αλκοόλ να ρέει άφθονο χάρη στους χορηγούς, και φυσικά ελεύθερη πρόσβαση σε όλες τις προβολές (συν πολύυυ καλά λεφτά). Αυτό δεν είναι δουλειά, είναι

Πάρτι: Κάθε βράδυ σχεδόν γίνεται και από ένα, με αλκοόλ (βλέπε προηγούμενη παράγραφο), μουσική, αλλά σχεδόν καθόλου χορό, γιατί είναι πάντα τόσο τίγκα στον κόσμο, που άντε να βρεις χώρο να κουνηθείς. Βέβαια η στενότητα χώρου έχει άλλα πλεονεκτήματα για όσους έχουν στο μυαλό τους το

Σεξ: Εντάξει, όχι ότι γίνονται και όργια (εκτός και αν τα οργανώσετε με δική σας πρωτοβουλία, οπότε στείλτε και κατά ’δω καμιά πρόσκληση), αλλά φανταστείτε να στήνεστε στην ουρά (στο μπουλούκι δηλαδή, γιατί οι Έλληνες ως γνωστόν δεν τηρούν την τάξη) στριμωξίδι για να δείτε κάποια προβολή. Γιατί οι θεατές του φεστιβάλ είναι χιλιάδες και οι θέσεις περιορισμένες, πρέπει να στριμωχτείς για να βρεις εισιτήριο ή να μπεις. Ε, όσο να πείτε, θα τριφτείτε λιγάκι με τους γύρω, να τα προκαταρκτικά. Το κυρίως μενού στην οθόνη: οι ταινίες του φεστιβάλ δεν είναι σαν αυτές τις φλώρικες του Hollywood, όπου οι πρωταγωνιστές φιλιούνται απόξω απόξω και υπό τους ήχους κάποιου κλαψιάρικου τραγουδιού χωρίς χούφτωμα, χωρίς ιδρώτα, έρχονται σε οργασμό με τηλεπάθεια. Εδώ μιλάμε για avant garde , όταν το κάνουν οπωσδήποτε τα δείχνουν όλα και με λεπτομέρεια για να μην τους πούνε πουριτανούς και οπισθοδρομικούς. Και αν το τρίψιμο ή η ηδονοβλεψία δεν σας αρκούν, κυκλοφορούν πολύ ωραία παιδιά στο φεστιβάλ· εδώ το “do not try this at home” δεν ισχύει, βρείτε κάποιον/ κάποιαν και πάρτε δουλειά για το…

Σπίτι: Ξεχάστε το για δέκα μέρες. Εγώ την παραμονή του φεστιβάλ αποχαιρετούσα τους γονείς κανονικά, σαν να έφευγα για ταξίδι· επέστρεφα μόνο για να πλυθώ ή να αλλάξω (ε, δεν είμαστε και βρομύλοι) και κοιμόμουν από ελάχιστα ως καθόλου· που χρόνος ανάμεσα σε δουλειά, ταινίες, πάρτι. Όμως δε θα σας λείψει, καθώς για δέκα μέρες σπίτι σας θα γίνει το Φεστιβάλ και κάθε γωνιά του κόσμου που θα αγαπήσετε μέσα από τις ταινίες που θα δείτε… Γιατί ο καλός κινηματογράφος δεν είναι απλό σκότωμα χρόνου, είναι

Ζωή: Είναι μια εμπειρία που πλουτίζει τη σκέψη και την ψυχή σου. Και όταν τον βλέπεις μέσα στο καλύτερο φεστιβάλ, σε τέτοια συχνότητα και ένταση γίνεται αληθινό βίωμα.

Καλό φεστιβάλ, παίδες!

Υ.Γ.: Με κόπο κρατήθηκα να μη βάλω τις φωτογραφίες μου με το Όσκαρ. Είμαι σεμνή βλέπετε :Ρ

Δύο φωτογραφίες αυτή τη φορά: Δεξιά μια δική μου από το περσινό φεστιβάλ. Αριστερά η φετινή αφίσα: Άψογη! Το 48 γυρίζει και γίνεται κάμερα. ..

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2007

Smells like teen spirit


ENGLISH

Θεσσαλονίκη… στο Μύλο… χρόνια πριν… σε μια συναυλία μόνο για μυημένους αρχίζουν οι πρώτες νότες του Teen Age Riot και το πλήθος παραληρεί. Οι Sonic Youth στη σκηνή· αφήνω τη μουσική να με γεμίσει.

Αυτές οι νότες ξεχύνονται από τον υπολογιστή μου, σε μικρότερη ένταση, τη στιγμή που κοιτάζω την οθόνη που περιμένει από εμένα δουλειά αλλά λαμβάνει τυχαίες σκέψεις.

Το ξέρω ήδη ότι πάλι δε θα δουλέψω. Μόλις ξυπνήσω, παρέα με τον πρώτο φραπέ (αντί να αλλάξω συνήθειες εδώ που ήρθα, προσηλυτίζω και τους άλλους στο ευαγγέλιο της φραπεδιάς) λίγο mail, λίγο chat, λίγο blogging, λίγη κουβέντα στο τηλέφωνο και θα τα παρατήσω για να πάω γυμναστήριο, να βγω για καφέ, για μπύρα, για ντόλτσε βίτα. Αν δεν οργανωθώ πάλι με βλέπω να ρίχνω κάτι 48ωρα χωρίς ύπνο στον υπολογιστή, να τρέχω και να μη φτάνω τελευταία στιγμή. Φταίει το κλίμα, η πόλη (όλο αργίες έχουν οι άτιμοι) ή μήπως εγώ;

Έ ρε ψυχανάλυση που χρειάζομαι! Ελλείψει χρόνου και χρημάτων, παίρνω την πρωτοβουλία να την κάνω μόνη μου. Αλλάζω διαδοχικά θέσεις στην πολυθρόνα και τον καναπέ. «Μιλήστε μου για τα παιδικά σας χρόνια…» ρωτάει η καθισμένη βερσιόν μου. Που λέτε γιατρέ μου…

Ως παιδί ήμουν Καπετάν Φασαρίας. Έμπλεκα σε καβγάδες με τους συμμαθητές, που τις έτρωγαν κανονικά από εμένα· τα αγοράκια αργούν να αναπτυχθούν και τους έριχνα ένα κεφάλι στάνταρ και καμιά δεκαριά καρπαζιές όποτε θεωρούσα ότι τις άξιζαν. Αντιμιλούσα στους δασκάλους, οι αυθεντίες μου την έσπαγαν από τότε που ήμουν νιάνιαρο κιόλας. Όταν έλεγαν «μη» εγώ έκανα αυτό ακριβώς που δεν έπρεπε (δεν είχαν βλέπετε την ευφυΐα να μου πουν να κάνω φασαρία για να κάτσω ήσυχη). Χτυπούσα την καρέκλα μου πάνω στο θρανίο για να κάνω θόρυβο. Φώναζα στην ώρα του μαθήματος. Η μαμά μου ήταν καθημερινώς επίτιμη προσκεκλημένη στο σχολείο, για να πληροφορηθεί τα νέα μου κατορθώματα. Και εγώ μονίμως στον πίνακα τιμωρία να αναλύω γραμματικές ασκήσεις. Σε καλό μου βγήκε – έμαθα απ’ έξω και ανακατωτά την ελληνική γραμματική, την οποία χρόνια αργότερα δίδασκα επί αδρής αμοιβής.

Οι γονείς μου έτρεμαν τη στιγμή που θα έφτανα στην εφηβεία, γιατί αν ως παιδί προκαλούσα τόσα προβλήματα…

Κόντρα στις δυσοίωνες προβλέψεις, κάποια στιγμή, εκεί στα δώδεκα, ησύχασα απότομα. Ο μπαμπάς το έλεγε και το ξαναέλεγε χωρίς να το πιστεύει «Καλέ πώς ησύχασε έτσι αυτό το παιδί;». Η εφηβεία πέρασε ήρεμα, χωρίς εντάσεις. Διάβαζα λογοτεχνία, ποίηση, προσπαθούσα να μάθω τον κόσμο μέσα από τα βιβλία και τη μουσική. Ζωγράφιζα ατελείωτες ώρες. Έπαιζα στην κιθάρα Τρύπες, Blur και Nirvana – με το αριστερό, όπως ο Cobain! Έψαχνα μανιωδώς δίσκους ροκ και πανκ σε υπόγεια δισκάδικα της πόλης. Εφηβεία για μένα είναι μια ηλιόλουστη αλκυονίδα να μιλάω στο παγκάκι με την Ε., ένα βράδυ του Σαββάτου να πίνω μπύρα με την Ό. στο Café Bagdad (ενώ οι άλλες της παρέας έψαχναν για γκόμενους), μια καθημερινή να βλέπουμε ταινίες με τη Δ., μια ζεστή μέρα του καλοκαιριού να παίζουμε τάβλι με τη Χ. με το θόρυβο της θάλασσας να συνοδεύει τον ήχο των ζαριών.

Φασαρία δεν έκανα ποτέ σχεδόν – τουλάχιστον όχι εγώ, αλλά αυτοί οι Sonic Youth όταν τους άκουγα με τέρμα την ένταση στο… να τολμήσω να χρησιμοποιήσω τις λέξεις πικάπ και κασετόφωνο ή θα φανώ πολύ γριά; Οι νεότεροι ψάξτε τις στη Βικιπαίδεια για να καταλάβετε περί τίνος πρόκειται!

Σαν να μην πέρασα ποτέ εφηβεία… ενηλικιώθηκα. Τουλάχιστον έτσι νόμιζα.

Κάπου στα 27 με έπιασε μια κρίση να κάνω πάρτυ όλη την ώρα, να βγαίνω, να φλερτάρω, να κάνω τρέλες… Θεώρησα ότι ήταν φάση απλώς, όχι κάτι σοβαρό.

Μέχρι που μια μέρα γεμίζω με σπυριά. Πηγαίνω στη δερματολόγο πανικόβλητη. «Έχεις αρχίσει να βγάζεις ακμή», μου λέει. «Μα σε αυτή την ηλικία;». «Καμιά φορά αργεί να εμφανιστεί».

Ο κανονικότατος έως τότε κύκλος μου, αρχίζει να έχει διακυμάνσεις. Πηγαίνω στο γυναικολόγο, «Έχεις μια μικρή ορμονική διαταραχή… δεν είναι τίποτα, θα περάσει μόνο του σύντομα…».

Ακμή, ορμονική διαταραχή… η ετυμηγορία βγήκε: περνάω εφηβεία!

Ευτυχώς ο γυναικολόγος ήταν ερασιτέχνης δερματολόγος (!)· μου έδωσε μια θαυματουργό κρέμα κατά της ακμής που φτιάχνει με τα χεράκια του και λύθηκε το θέμα. Ας ελπίσουμε τώρα ότι δε θα ξυπνήσω κανένα πρωί με σιδεράκια στα δόντια μου!

Η εφηβεία είναι σαν τις παιδικές αρρώστιες, αν τις περάσεις ενήλικας είναι πιο επικίνδυνο (τώρα που το σκέφτομαι ούτε καμιά παιδική αρρώστια έχω περάσει). Από τη στιγμή της διάγνωσης, είπα απλά να τη ζήσω τη φάση, γιατί φοβάμαι ότι αν την αφήσω για αργότερα θα είναι χειρότερα, φαντάζεστε να με χτυπήσει στα 70;

Έφυγα από το σπίτι, άρχισα να ξενυχτάω, να ερωτεύομαι και να ξε-ερωτεύομαι με μεγάλη συχνότητα, να ψάχνω τη νέα μου ταυτότητα, χωρίς να ξεχνάω να αλλάζω διάθεση κάθε τρεις και λίγο, από τη μελαγχολία να εκσφενδονίζομαι στην τρελή χαρά και τούμπαλιν. Από συναυλίες πανκ ροκ να στήνομαι στην ουρά για techno dj set και να χτυπιέμαι και στα δύο εξίσου – άλλο πάλι και τούτο, τεκνατζού στα καλά καθούμενα (ως προς τη μουσική δηλαδή, γιατί οι μικροί πάντα ήταν η αδυναμία μου!). Άρχισα να σκέφτομαι σοβαρά να χτυπήσω κανένα tatoo. Μέχρι που έφτασε η άνοιξη, και ξεβρακώθηκαν όλοι και είδα ότι δεν υπήρχε ούτε ένας από 15 έως 45 σε αυτή την πόλη χωρίς τατουάζ… Α, έτσι δεν έχει πλάκα, ως έφηβη θέλω να ξεχωρίζω! Άκυρο…

Η εφηβεία μου κυλούσε μια χαρά, δεδομένου μάλιστα ότι είχα προϋπηρεσία, έτσι ήξερα να αποφεύγω τις κακοτοπιές και να βρίσκω διέξοδο από τα ψυχολογικά ή συναισθηματικά προβλήματά μου αλώβητη.

Κάτι όμως μου έλειπε… η επανάσταση!

Σε αυτή την ηλικία απέναντι σε ποιόν να αντιδράσω; Στους γονείς μου; Μα δε μένω μαζί τους πια, αφήστε που δε μου πάνε κόντρα ποτέ. Στην καθηγήτριά μου; Μα εγώ την επέλεξα για επιβλέπουσα! Στο κράτος; Μα με πληρώνει για να κάνω αυτό που μου αρέσει, να σουλατσάρω στη Βαρκελώνη, συγγνώμη, να κάνω επιστημονική έρευνα εννοούσα! Στα αφεντικά μου; Έκανα ό,τι μπορούσα: την κοπάνησα από τη δουλειά, δοκίμασα να παραιτηθώ και μου έκαναν αύξηση, τι σπάσιμο! Τι μου μένει πια;

Α, ο εαυτός μου! Να κάνω την επανάστασή μου στον εαυτό μου… Ε, αυτό προσπαθώ να κάνω (δείτε το προηγούμενο ποστ περί ορίων) προσπαθώντας να αλλάξω αυτά που δε μου αρέσουν και να κάνω και καμιά τρέλα μη μου μείνει στοκ για τα 70.

Εφηβεία είναι, θα περάσει…

Σήμερα έκανα piercing :D

Υ.Γ.: Χμμμμ…. Το σημερινό ποστ είχε τόόόση νοσταλγία...

Μια και εκθείασα τις... καλλιτεχνικές μου ανησυχίες, βάζω μια ζωγραφιά μου στη σημερινή φώτο.

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2007

Μέχρι τα όριά της και περιλαμβάνοντάς τα (και πέρα από αυτά)

ENGLISH

«Το πιο περιφερειακό μέρος του κόσμου»· τα δυο τετραγωνικά μέτρα ανάμεσα στο στόρι του Venus (που είχε κλείσει αλλά εμείς παρόλα αυτά δε λέγαμε να φύγουμε) και στην εξωτερική του πόρτα. Έτσι το αποκάλεσε ο φίλος μου ο Ε. και μας έβαλε να σταθούμε και να αφουγκραστούμε τις φωνές στην Carrer dAvinyo (έξω) και τη μουσική από το αυτοσχέδιο πάρτι που καταστρώσαμε στο μαγαζί (μέσα). Ένας οριακός χώρος, ανάμεσα στο έξω και το μέσα, ερωτικός σχεδόν, σύμφωνα μ’ αυτόν.

Εντάξει, το είχαμε τσούξει λιγάκι και από τρέλα μπόλικη, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορούμε να φιλοσοφούμε κιόλας!

Ήμασταν στο όριο μιας πραγματικότητας και την αρχή μιας άλλης· η ζωή είναι γεμάτη από τέτοια αντιθετικά ζεύγη (εξωτερικό/ εσωτερικό, οικείο/ άγνωστο, ευχάριστο/ δυσάρεστο), άρα και από σημεία όπου τα δύο αντίθετα συναντιούνται, σε ένα χώρο ουδέτερο που είναι τίποτα από τα δύο ή και τα δυο μαζί. Και το πιο ισχυρό ζεύγος απ’ όλα: πρέπει / δεν πρέπει.

Από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνουμε από παιδιά είναι το όριο του επιτρεπτού και του απαγορευμένου. Η πολιτεία, η κοινωνία, ο φιλικός μας περίγυρος, η οικογένεια μας μαθαίνουν τι επιτρέπεται και δημιουργούν ένα πλέγμα γύρω μας μέσα στο οποίο μας αφήνουν να κινούμαστε με σχετική ελευθερία. Πέρα από αυτό: τιμωρία, περιθωριοποίηση, απόρριψη. Μια ανάσα μακριά από το «απαγορεύεται», είναι τα όρια μέσα στα οποία δημιουργούμε, διαγράφουμε την τροχιά μας, μεταμορφώνουμε τον περιβάλλοντα χώρο, εκφραζόμαστε…

Όπως η Carolee Schneeman, στην performance του 1976, «Μέχρι τα όριά της και περιλαμβάνοντάς τα», όπου δεμένη από το πόδι κινούνταν και ζωγράφιζε μέχρι εκεί όπου μπορούσε να φτάσει. Με κόπο, πόνο, άφηνε το αποτύπωμά της στην τροχιά που της επέτρεπαν να διανύσει τα δεσμά της, πότε ως λαβυρινθώδεις γραμμές, πότε ως λέξεις.

Έτσι και ο καθένας από εμάς· αφήνει το στίγμα του στο χώρο που ζει και στους ανθρώπους που συναντά στην πορεία του. Μέσα στα όριά μας και περιλαμβάνοντάς τα· συχνά με πόνο ή κίνδυνο δοκιμάζουμε την ελαστικότητά τους και καταφέρνουμε να τα σπρώξουμε λίγο πιο πέρα. Και κάποιες φορές τα σπάμε…

Και καλά να παραβαίνεις τα όρια που θέτουν οι άλλοι. Αυτά τα όρια απλά υπάρχουν, τα αντιμετωπίζεις, τα απορρίπτεις (πληρώνοντας το τίμημα) ή και τα διαπραγματεύεσαι.

Τι συμβαίνει όμως με τα όρια που θέτει ο καθένας στον εαυτό του;

Όλοι έχουμε πράγματα που δε θα δοκιμάζαμε ποτέ στο φαγητό, στο σεξ, στον τρόπο ζωής, είτε επειδή δε μας θέλγουν είτε επειδή τα θεωρούμε επιβλαβή και προσπαθούμε να μένουμε μακριά τους, όσο και να μας αρέσουν.

Όσοι με γνωρίζουν καλά ξέρουν ότι οι κακές συνήθειες είναι προέκταση του χαρακτήρα μου. Όπως και η διαρκής προσπάθεια να τις πολεμήσω, όχι επειδή δεν αποδέχομαι τον εαυτό μου όπως είναι (Καλά, όποιος είναι εντελώς ακομπλεξάριστος να σηκώσει το χέρι· σε γενικές γραμμές πάντως τα έχω βρει με τον εαυτό μου) αλλά επειδή το θεωρώ κάτι σαν άσκηση αυτοπειθαρχίας να βάζω στον εαυτό μου «απαγορεύσεις» προς συνήθειες ή πράγματα που θεωρώ ότι μου κάνουν κακό, ότι μπορούν να αλλοιώσουν κάτι από εμένα. Κάποιες φορές όμως το «όχι» γίνεται «γιατί όχι;» και βρίσκομαι να επαναλαμβάνω διαδρομές που πίστευα ότι είχα αφήσει οριστικά πίσω μου.

«Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις / (Η μέρα που αφέθηκες και ενδίδεις)» (Κ. Καβάφης).

Η στιγμή αυτή προκαλεί ανάμικτα συναισθήματα· απόγνωση, γιατί νιώθω ότι γύρισα στο μηδέν και πρέπει να πάρω το δρόμο και πάλι από την αρχή γνωρίζοντας αυτή τη φορά ότι δύσκολα θα νικήσω τον εαυτό μου· ανακούφιση γιατί ξαναβρήκα ένα κομμάτι του εαυτού μου που απέρριπτα, «κακό» αλλά δικό μου όπως και να έχει.

Μέσα στην τρέλα και στο ντελίριο της βραδιάς «στο πιο περιφερειακό μέρος του κόσμου» κάποια στιγμή «αφέθηκα και ενέδωσα»· έφυγα εσκεμμένα από τα όρια και τις απαγορεύσεις που είχα βάλει εγώ η ίδια στον εαυτό μου:

She expressed herself in many different ways / Until she lost control again /And walked upon the edge of no escape /And laughed I've lost control”… (Joy Division)

Τραγουδούσα γυρνώντας σπίτι… είχα χάσει όμως πράγματι τον έλεγχο;

Χάνουμε τον έλεγχο όταν ξεφεύγουμε από τα όρια για λίγο ή τον έχουμε ακόμα καλύτερα; Γιατί άλλο να είσαι μέσα στην ασφάλεια των ορίων και άλλο να περπατάς πάνω σε αυτά και να βγάζεις τα πόδια σου έξω από το κενό, το δεύτερο απαιτεί πολύ σημαντικότερη προσπάθεια αυτοελέγχου προκειμένου να διατηρήσεις την ισορροπία σου. Αρκεί να ζυγίζουμε καλά τον κίνδυνο και να αποφεύγουμε ό,τι μπορεί παραμορφώσει την ψυχή και το μυαλό μας.

Όμως όταν γίνεσαι «παραβάτης» των ορίων σου, πώς αντιμετωπίζεις τις τύψεις σου ή πώς δικαιολογείς την αντίφαση να κάνεις αυτό που καταδίκαζες πριν από λίγο; Χρειάζεται ειλικρινής κουβέντα με τον εαυτό σου, να καταλάβεις το πώς και το γιατί και να απαντήσεις αν χρειάζεται να αναθεωρήσεις τις απόψεις που είχες μέχρι πριν από λίγο ή να ορθώσεις και πάλι τα ίδια όρια.

Αλλά γιατί να βάζουμε όρια, όταν τα γκρεμίζουμε και τα ξαναχτίζουμε διαρκώς, είτε στο ίδιο σημείο είτε λίγο πιο πέρα, προκειμένου να δώσουμε ακόμα μερικά βήματα ελεύθερου χώρου στον εαυτό μας;

Για να μην θέσουμε τον εαυτό μας σε κίνδυνο με εμπειρίες που μπορεί να μας βλάψουν ή ανθρώπους που θεωρούμε ότι μπορούν να μας πληγώσουν. Τα όρια είναι μάλλον σαν προστατευτικό δίχτυ, που εμποδίζει την ελεύθερη πτώση ή τον τραυματισμό στις ακροβασίες μας.

Κάποιες φορές όμως τα αγνοούμε εσκεμμένα και κάνοντας ένα καλά υπολογισμένο σάλτο στο κενό αναπνέουμε τον αέρα της άλλης μεριάς πριν ξαναγυρίσουμε πίσω, στην ασφάλειά τους. Ξεπερνάμε τα όριά μας προκειμένου να εκτονώσουμε ένα ψυχολογικό φορτίο, να ζήσουμε πιο έντονα στιγμές που βρίσκονται πέρα από αυτά· για λίγο απολαμβάνουμε τη γεύση του απαγορευμένου.

Όπως στις εμπειρίες, έτσι και με τους ανθρώπους δημιουργούμε καμιά φορά φράγματα. Χτίζουμε τείχη με λέξεις που ορίζουν επακριβώς τη σχέση μαζί τους, ώστε να μην μπορέσουμε να δεθούμε περισσότερο με έναν άνθρωπο ο οποίος διαισθανόμαστε ότι θα μας προκαλέσει ηθελημένα ή ακούσια πόνο – αν για παράδειγμα θα πρέπει να τον αποχωριστούμε σύντομα. Εδώ όμως τα όρια δεν έχουν νόημα· αν είναι ένας άνθρωπος που δε μας ταιριάζει, η αδιαφορία θα μας απομακρύνει από αυτόν. Αν πάλι είναι κάποιος που αξίζει, όσες λέξεις και να βάλουμε για να σιγουρέψουμε τα θεμέλια του τείχους μας, αυτός σαν ποταμός θα περάσει κάτω από αυτά, θα έρθει και θα μας πλημμυρίσει με δυνατά αισθήματα. Και τη στιγμή του αποχωρισμού ο πόνος θα είναι ο ίδιος – όσα όρια και να έθεσες – αλλά η χαρά ακόμα πιο μεγάλη, που έζησες έστω και κάποιες στιγμές μαζί του. Τα αισθήματα δεν μπαίνουν στη φορμόλη. Ευτυχώς.

Να αποδεχόμαστε τα όρια, να τα σεβόμαστε, αλλά καμιά φορά να προσπαθούμε να αγγίξουμε πέρα από αυτά για να συναντήσουμε τους ανθρώπους που είναι λίγο πιο μακριά από εμάς και τις εμπειρίες που είναι έξω από τα καθιερωμένα και θα πλουτίσουν τη σκέψη μας.

Να ζήσουμε μέχρι τα όριά μας, περιλαμβάνοντάς τα … και κάποιες φορές λίγα βήματα έξω από αυτά…

Υ.Γ.: Καλέ τι σοβαρή που ήμουν αυτή τη φορά! Καβάφης, Schneeman και Joy Division στο ίδιο post; Τι συνδυασμός και τούτος… Υπόσχομαι να επανέλθω με κάτι πιο ελαφρύ την επόμενη φορά!

Η φωτογραφία είναι από την performance της Carolee Schneemann, «Μέχρι τα όριά της και περιλαμβάνοντάς τα»…

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2007

Messenger: Οδηγός επιβίωσης

ENGLISH

Νέος χρόνος ξεκινά (συμφωνώ με την Όλυ ότι ο χρόνος ξεκινά το Σεπτέμβρη) και έχω βαλθεί να ξεπεράσω τον εαυτό μου και τις φοβίες μου.

Συστολή απέναντι σε αγνώστους: ευθαρσώς μπαίνω σε επιχειρήσεις, συστήνομαι, αφήνω βιογραφικά.

Υψοφοβία: Εκδρομή στα Πυρηναία όρη, περίπατος σε ένα στενό μονοπάτι πάνω από γκρεμό 100 μέτρων!

Φόβος της ταχύτητας: Πιάνω ιλιγγιώδεις ταχύτητες (!) πάνω στο ποδήλατο που μου εξασφαλίζει η κάρτα bicing που έβγαλα.

Ναι, κάνω ποδήλατο, όσοι μένετε στη Βαρκελώνη φυλαχτείτε, σκοτώνω και δεν πληρώνω! Μέχρι στιγμής θύματά μου υπήρξαν ένα σκυλάκι κανίς και μια βιτρίνα, στη Rambla Catalunya αμφότερα. Τι πάει να πει απαγορεύεται το ποδήλατο εκεί; Και τι θέλετε να κάνω, να πάω από το δρόμο και να πατήσω κανένα φορτηγό; Απαπα!

Είχα να κάνω ποδήλατο περίπου είκοσι χρόνια και έχω μετατραπεί πια στο Νο. 1 δημόσιο κίνδυνο της Βαρκελώνης, τη ζωντανή διάψευση της φράσης «το ποδήλατο και το σεξ δεν ξεχνιούνται» - όμως μόνο σε ό,τι αφορά το ποδήλατο, ε;

Γυρίζω με την αδρεναλίνη στο φουλ στο σπίτι και ανοίγω τον υπολογιστή:

Αμέσως χαιρετούρες πάσης φύσεως πέφτουν βροχή:

Οικείες: «Τι κάμεις μανάρ’;»

Εγκάρδιες: «Καλώς την!»

Λάγνες: «Κορμάρα!»

Λακωνικές: «Slt

Θερμές με ολίγον καημό: «Έλα παιδί μου η μανούλα σου είμαι»

Μάγκικες: «’σπέρα μανταμίτσα!»- η αδελφή μου

Ελαφρώς υπερβολικές: «Όλυμπος καλεί θεά» - ο κολλητός και συγκάτοικος… (Ε, όχι και θεά! Μια ταπεινή ημίθεα είμαι!)

Δεν είναι συνάντηση ή πάρτι… Είναι το Msn Messenger!

Όλη η κοινωνική ζωή ενός ανθρώπου σε ένα πρόγραμμα. Επειδή όμως κανείς δε σου λέει πώς να το χειριστείς και πώς να αποφύγεις τις κακοτοπιές, εδώ είμαι εγώ, για να προσφέρω κοινωνικό έργο! Η…

Επαφή με φίλους/ Οικογένεια είναι το σημαντικότερο που σου δίνει. «Πού χάθηκες;», σε ρωτάνε οι φίλοι σου και δεν εννοούν ότι δεν τηλεφώνησες ή ότι έχετε καιρό να συναντηθείτε, αλλά ότι χάθηκες από προσώπου internet, ότι έχεις να μπεις στο messenger μέρες.

Το messenger μπήκε στη ζωή μου πριν από ενάμισι χρόνο. Αρχικά για να μιλάω με τον κολλητό και συγκάτοικο – τότε εγώ ήμουν ακόμη στη Θεσσαλονίκη.

Μετά ήρθα στη Βαρκελώνη… και άρχισε να καταλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της καθημερινότητάς μου, καθώς έγινε το μέσο που με έφερνε κοντά στους φίλους και την οικογένειά μου στην Ελλάδα.

Για πολλούς από τους φίλους μου ήμουν η πρώτη που μάθαινε τα νέα τους και τα διέδιδε στους υπόλοιπους, επειδή λόγω φόρτου εργασίας ήμουν μπροστά στον υπολογιστή όλη μέρα: «Έμαθες; Ο/Η τάδε βρήκε υποτροφία / δουλειά / γκόμενο/γκόμενα!» - πρακτορείο Reuters είχα κάνει το σαλόνι μου!

Την ζωντάνια της κουβέντας ενίσχυαν τα…

Emoticons / Multimedia καταστάσεις. Όταν έβαλε και η αδελφή μου messenger, είχαμε πια τη δυνατότητα όχι μόνο να τα λέμε, αλλά και να κάνουμε ως ένα βαθμό τις βλακείες που κάναμε σπίτι. Τις πλάκες της καθημερινότητας τις αντικατέστησαν αστείες ατάκες, ηχογραφήσεις αυτοσχέδιων τραγουδιών, ατελείωτα emoticon… Η επικοινωνία είχε περάσει πια σε άλλο επίπεδο! Θα μπορούσαμε να κάνουμε και γκριμάτσες με…

Webcam αλλά δεν αγοράζω, όσο και να επιμένει η μαμά μου, που θέλει να βλέπει το καμάρι της σε live αναμετάδοση. Γιατί, το φαντάζομαι το σκηνικό: εγώ να είμαι αγουροξυπνημένη και με τον κύκλο κάτω από το μάτι και να πέφτει κήρυγμα «κομμένη σε βλέπω σήμερα, δεν τρως καλά παιδάκι μου;». Όσοι θέλετε να βάλετε ξανασκεφτείτε το. Καλύτερα δεν είναι να σας βλέπουν στα ωραία σας, σε…

Φωτογραφίες; Όχι τίποτα, έτσι μπορείτε να πετύχετε και τους υποχθόνιους σκοπούς σας. Θέλετε να αναδείξετε το πνευματικό σας βάθος; Βάλτε μια αρτιστικ και φλου (τέτοια έχω εγώ αυτό τον καιρό). Θέλετε να αποφύγετε κάποιον; Βάλτε μια που σας προσθέτει κιλά / γυαλιά / σπυριά. Θέλετε να κάνετε τον πρώην σας να μετανιώσει την ώρα και τη στιγμή που σας άφησε; Βάλε μια με μαγιώ όπου να φαίνονται οι τέλειοι κοιλιακοί. Τι θα πει δεν έχετε τέλειους κοιλιακούς; Με τον κατάλληλο φωτισμό ή λίγο photoshop όλα γίνονται. Με μια ψαγμένη φωτογραφία και ένα περίεργο…

Όνομα γίνεστε άλλος άνθρωπος ή παραμένετε αυτός που είστε. Μπορείτε να κρατήσετε το δικό σας, να βρείτε κάτι πιο αλέγκρο, κάτι συνθηματικό ή κάτι περιγραφικό που να σας εκφράζει. Και από δίπλα ρίχτε και μια…

Ατάκα, δηλαδή δηλώστε κάτι. Αν δε θέλετε να σας μιλήσει κανείς, … τι πάει να πει δε θέλετε να σας μιλήσει κανείς, τότε γιατί είστε στο μέσεντζερ; Τέλος πάντων, αν θέλετε να μπείτε παρόλα αυτά, ένα «αφήστε με στην ησυχία μου» την κάνει τη δουλειά, αλλά μετά μην παρεξηγείστε που δε σας μιλάνε… Αν θέλετε να σας μιλήσουν όλοι, βάλτε κάτι αστείο ή φιλοσοφημένο ή περίεργο, τα μηνύματα θα αρχίσουν να πέφτουν βροχή. Βλέπω μακρινάρι τριών σειρών στα λατινικά, πώς να μη ρωτήσω; Βέβαια για τις πιο κοινές δηλώσεις, τύπου τρώω, έφυγα, ξαναήρθα, απλά αλλάζεις…

Κατάσταση: Συνδεδεμένος, απασχολημένος, επιστρέφω σύντομα (από πού; Ποιος ξέρει, από την κουζίνα, τα ψώνια, το Σουδάν… Πόσο σύντομα; Σήμερα, αύριο, σε κάνα χρόνο…), στο τηλέφωνο, τρως ή δεν είσαι εκεί και ας είσαι, με άλλα λόγια κάνεις τον ψόφιο κοριό. Βέβαια υπάρχουν ελλείψεις στο δεδομένο θέμα, ντε και καλά πρέπει να κάνεις κάτι από τις 7 επιλογές που σου δίνει το πρόγραμμα, οπότε αναγκαστικά δηλώνεις για παράδειγμα «λείπω για φαγητό» αν είσαι στην τουαλέτα ή αν -τυχερούλη!- έχεις απομακρυνθεί από τον υπολογιστή για να κάνεις…

Σεξ. Εκτός και αν κάνεις σεξ on-line, γιατί αν προτιμάτε το πληκτρολόγιο από τις πέντε αισθήσεις, γίνεται και αυτό, περί ορέξεως ουδείς λόγος. Προσωπικά είμαι λίγο επιφυλακτική, όχι από συντηρητισμό αλλά επειδή φαντάζομαι τον εαυτό μου να πετάει καυτές ατάκες και από την άλλη άκρη να τα διαβάζει το αντικείμενο του πόθου με φίλους, να πίνουν μπύρες και να γελάνε. Θέλει φαντασία για να πετύχει το cybersex, και η δική μου βάζει πάντα τα χειρότερα. Άσε το άλλο, να έχεις φτάσει στην κορύφωση και ξαφνικά να πέφτει η σύνδεση και να μένεις με το … πληκτρολόγιο στο χέρι.

Ακόμα όμως και απλώς να μιλάτε για το σεξ στο messenger, θέλει προσοχή. Κυρίως αν μιλάτε με δυο άτομα ταυτόχρονα και το ένα από αυτά είναι η μαμά σας. Μη σας ρωτήσει «τι έφαγες παιδάκι μου σήμερα» και απαντήσετε «είκοσι πόντους, ναι καλέ, δεν υπερβάλλω…» γιατί κυκλοφορούν και εμφράγματα.

Κοίταξε να δεις, κατευθείαν στο σεξ το πήγα, λες και δεν υπάρχει και ο αγνός…

Έρωτας, που θα μπορούσε να είναι ιδανικός: Να κρίνεις τον άλλο μόνο από αυτά που σου γράφει, χωρίς να αφήνεις την εξωτερική εμφάνιση να σε επηρεάζει, να ερωτευτείς αυτό που είναι, όχι αυτό που δείχνει. Λένε ότι η προσέγγιση μέσω ίντερνετ είναι για δειλούς, και το πιστεύω σε μεγάλο βαθμό, όμως υπάρχουν και άνθρωποι πολυάσχολοι που περνάνε όλη μέρα μπροστά σε έναν υπολογιστή και δεν μπορούν να βγαίνουν συχνά για να φλερτάρουν. Και η σοβαρή σχέση με γνωριμία από το internet δεν είναι αστικός μύθος, έχω παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι γίνεται. Περισσότερα όμως είναι τα παραδείγματα φίλων που απογοητεύτηκαν, γιατί το ψέμα λέγεται ευκολότερα όταν δεν κοιτάς τον άλλο στα μάτια, άσε που ο έρωτας είναι κυρίως χημεία, την οποία δεν μπορεί να διαβιβάσει καμιά οθόνη. Είναι πιο εύκολο μέσα από το ίντερνετ να γίνει μια φιλική…

Γνωριμία. Το να δώσεις το mail σου σε έναν άγνωστο στο ίντερνετ, είναι σαν να δίνεις το τηλέφωνό σου σε κάποιον που συναντάς τυχαία στο δρόμο· μπορεί να είναι μια ωραία γνωριμία η σκέτο πρήξιμο. Σε μένα συνέβη το πρώτο.

Απέκτησα ένα φίλο on line που ενδιαφερόταν για το πώς ήμουν, με στήριζε ψυχολογικά όταν ήμουν πιεσμένη, μου έδινε πνευματικά ερεθίσματα και έμπνευση. Ανάμεσα σε διάβασμα και εργασίες, ανταλλάσσαμε απόψεις, τραγούδια, κείμενα, εικόνες, χωρίς να λείπουν και οι…

Καβγάδες: «Μη μου φωνάζεις εμένα!» μου λέει μια φορά. Εκείνη την ώρα παθαίνω μια σύγχυση. Πρώτον επειδή είμαι άνθρωπος απολύτως ήπιων τόνων… ζήτημα να χάνω την ψυχραιμία μου και να φωνάζω μια φορά στα δύο χρόνια πάνω κάτω. Σκέφτομαι: «Φωνάζω; Μα εγώ απλά πληκτρολογώ…».

Το λέω στην αδελφή μου, για να μου δώσει τα δίκια, αλλά αντ’ αυτού τα ακούω και από εκείνη: «Μα δε βλέπεις; Του γράφεις με κεφαλαία! Όλο ουρλιάζεις στο messenger»!

Δηλαδή όλοι το ξέρανε ότι κεφαλαία = μπινελίκια εκτός από μένα. Επιτέλους, μπορούσα και εγώ να φωνάζω, χωρίς να ανοίγω καν το στόμα μου!

Θέλετε να ξεσπάσετε; Σας την είπε το αφεντικό σας; Κάνει νερά η γκόμενα / ο γκόμενος; Μαλώστε με τους φίλους σας στο messenger. Η αφορμή είναι εύκολο να βρεθεί: Με στραβοκοίταξες, ρεύτηκες δυνατά, το χνώτο σου βρωμάει.

Εκτονώνεσαι εύκολα και πολιτισμένα. Πατάς ένα Caps Lock και ησυχάζεις, ούτε να σε πούνε υστερικό ούτε τίποτα.

Τι περίεργο όμως… μετά αισθάνεσαι σαν να έχεις φωνάξει στ’ αλήθεια.

Εικονική πραγματικότητα / πραγματική λύπη…

Αλλά και χαρά, γιατί συνήθως αυτό που βγάζει το messenger είναι πολύ…

Γέλιο: :) χαμόγελο :D γέλιο, χαχαχα, Lol (laughing out loud) τρανταχτό γέλιο!

Εννοείται ότι ο νούμερο ένα λόγος που σε τραβάει στο messenger είναι οι πλάκες που κάνεις με τους φίλους. Με μερικούς από αυτούς κάθε δυο γραμμές είναι απίστευτη πλάκα, κάθε τρεις emoticon που γελάνε, χτυπιούνται κάτω από τα γέλια, γιατί αυτό κάνεις και εσύ εκείνη την ώρα. Το μέσον βοηθάει και να αναπτύξεις νέα αστεία, συνδυάζοντας σουρεαλιστικές ατάκες, άσχετα emoticon. Όμως…

Είσαι μόνος απέναντι σε μια οθόνη και γελάς. Δε βλέπεις τα μάτια του άλλου να κλείνουν, να δακρύζουν, το πρόσωπο να φωτίζει… Και όσο πραγματική σύγχυση σου προσφέρουν οι καβγάδες, τόσο ψεύτικο φαίνεται το γέλιο σου, όταν αντηχεί σε ένα άδειο δωμάτιο.

Θλίψη – Χαρά: 0-1;

Δε θα το ’λεγα! Γιατί συνήθως το messenger το ανοίγουμε την ώρα που δουλεύουμε, είναι η απόδρασή μας από το «πρέπει» των deadline, την πίεση του «δεν προλαβαίνω», το κλέψιμο λίγου χρόνου από αυτόν που κλέβει από τη ζωή μας η ρουτίνα. Μόλις τελειώσει η δουλειά, κλείστε το ρημάδι, συναντήστε τους φίλους και βουρ στην κραιπάλη!

Υ.Γ.: «Οι καταστάσεις και τα πρόσωπα που παρουσιάζονται σε αυτή την ταινία ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Οιαδήποτε σχέση με πραγματικά πρόσωπα / γεγονότα είναι συμπτωματική»

:Ρ Ψέματα, αλλά είπα να το βάλω γιατί διαφορετικά θα πέσει πολύ Caps Lock από φίλους που δε γουστάρουν να βλέπουν την καθημερινότητά τους στο blog μου!

Στη φωτογραφία, δύο κυρίες που τα λένε από κοντά, σε ένα stencil στη Gracia

Σάββατο 1 Σεπτεμβρίου 2007

Μια κυρία στα μπουζούκια

ENGLISH
Τελευταίες μέρες στην Ελλάδα – όπου να ’ναι επιστρέφω στη βάση μου. Πάει το καλοκαίρι… Παρέες, θάλασσα, μπάνια και μπάνικα τεκνά, απ’ όλα είχε. Μέχρι και στιγμές απογοήτευσης, τις οποίες, δείχνοντας παντελή έλλειψη πρωτοτυπίας αποφάσισα να τιμήσω πίνοντας άφθονη ρετσίνα με τη σωστή παρέα: Τη φίλη μου την Όλυ, μια σπάνια περίπτωση ανθρώπου που ισορροπεί ανάμεσα σε αντιθέσεις, που δεν περιμένεις ποτέ τι θα κάνει μετά και πάντα μα πάντα ξέρει να σε εκπλήσσει. Εν ολίγοις, ο γιατρός της πλήξης. Ανάμεσα σε γουλιές ρετσίνας, της εξέθεσα τα γεγονότα και δεν άργησε να βγάλει το πόρισμα και να μου επιβάλει τη θεραπεία-σοκ:
ΣΚΥΛΑΔΙΚΟ!
Ορισμός (για τους ξένους αναγνώστες). Σκυλάδικο, το (ουσιαστικό): Κέντρο διασκέδασης με τα κάτωθι χαρακτηριστικά: Μουσική –μπουζούκι live. Αοιδοί – τραγουδιστές με βαριά φωνή, κουστούμι, ανοιχτό πουκάμισο που αφήνει τις τρίχες να φαίνονται, ακριβό ρολόι στο χέρι / τραγουδίστριες με μίνιμαλ ενδυμασία (σουτιέν – μίνι φούστα) / ταλέντο στο τραγούδι – προαιρετικό. Απαραίτητες προϋποθέσεις – λουλούδια να πέφτουν στην πίστα, πιάτα να σπάνε, και φυσικά, το όλο σύνολο να αποπνέει παρακμή…
Διαλέξαμε προσεκτικά τον τόπο του εγκλήματος (Καρδίτσα: τη στιγμή που όλοι έτρεχαν να δροσιστούν στις παραλίες, εμείς κινήσαμε από τη Θεσσαλονίκη να τσουρουφλιστούμε στον καύσωνα του Θεσσαλικού κάμπου), τους συνεργούς (όλοι ένας κι ένας και κανένας βαρετός ή κομπλεξαρισμένος) και το τολμήσαμε με περισσή σύνεση, καθότι ήταν η πρώτη μου φορά και έπρεπε να πονέσει όσο το δυνατόν λιγότερο. Καλά ακούσατε… σε τέτοια προχωρημένη ηλικία δεν είχα ξαναπάει ούτε σε σκυλάδικο, ούτε σε μπουζούκια, ούτε σε ελληνάδικο. Να έφταιγε ροκ παρελθόν μου; Το ελέκτρο παρόν μου; Οι σπουδές μου στην ιστορία της τέχνης, και όλη η κουλτουροσύνη μου γενικότερα; Δεν ξέρω… γεγονός πάντως ήταν ότι στα σκυλάδικα ήμουν παρθένα!
Βέβαια, το συγκεκριμένο σκυλάδικο που διαλέξαμε, στο τάδε χιλιόμετρο εθνικής οδού Καρδίτσας προς δεν ξέρω πού, με τους γνωστούς/ άγνωστους τραγουδιστές και το αυτοσχέδιο σκηνικό, και το ότι καθίσαμε πρώτο τραπέζι πίστα, ήταν το αντίστοιχο του να πας να κάνεις για πρώτη φορά σεξ και να εξοπλίζεσαι με μαστίγια, χειροπέδες, «κουστούμια» με δέρμα και φερμουάρ, κινκυ αξεσουάρ. Ναι, ήταν χάρντκορ, το χειρότερο που μπορούσαμε να βρούμε!
Όψη: σα μάντρα που πουλάει υλικά οικοδομών. Με το όνομα της φίρμας να δεσπόζει:
ΜΙΜΗΣ ΓΚΙΟΥΛΕΚΑΣ! Ο θρύλος των σκυλάδικων. Ο μεγάλος. Ναι, έχει κάνει και στη στενή. Ναι, του αρέσει η μαστούρα (σεξ, ναρκωτικά, και μπουζούκι εντ ρόλ). Αλλά για τον εαυτό του μόνο, γιατί στο αξέχαστο τραγούδι του «βρε παπαδιά βρε παπαδιά τι μαστουριάζεις τον παπά;» δείχνει όσο να πεις μια κοινωνική ευαισθησία – να μην πω ότι υπενθυμίζει ότι το λιβάνι που καίνε στις εκκλησίες περιέχει τετραϋδροκανναβινόλη (την ίδια δραστική ουσία με το χασίς· όπερ εξηγεί πώς και γιατί κολλάνε τόσες γριές με την εκκλησία – με τη σύνταξη πείνας που παίρνουν πώς να μπορέσουν να τα αγοράσουν μόνες τους;). Φεύγω από το θέμα μου όμως…
Μίμης Γκιουλέκας.
Άνθρωπος της πιάτσας, ντυμένος στα λευκά με την πορτοκαλί γραβάτα να είναι ασορτί με το ποτήρι ουίσκι που κρατούσε (βλέπε φώτο). Κούρεμα απολιθωμένο από τη δεκαετία του ’80 να πλαισιώνει αυτό το βασανισμένο από τη νύχτα πρόσωπο. Κινήσεις αργές, βαριές, σαν να είχε αρθρίτιδα στην προχωρημένη της μορφή.
Ρεπερτόριο: τεράστιο. Τραγούδησε απ’ όλα. Και δημοτικά και ποντιακά και μοντέρνα και σκυλάδικα 3ης ως 33ης κατηγορίας. Με φωνή βαριά, χαμόγελο δυσκοίλιο, βλέφαρα χαμηλωμένα, τα χείλη να φιλάνε το μικρόφωνο. Τα είπε όλα ο Μίμης. Και έλαμπε σαν σταρ, ανάμεσα στους συμπαθέστατους κομπάρσους: τη νέα και αδύνατη τραγουδίστρια που βγήκε μέσα από σύννεφα καπνού – σούπερ μίνι φόρεμα, μαλλί περμανάντ και βάψιμο έντονο – τον γουόναμπι Μίμης με τα παχάκια να πέφτουν πάνω από τη ζώνη, που κατέβαζε το μικρόφωνο πάνω από τα κεφάλια μας σαν μπουμ στα γυρίσματα σουρεαλιστικής κωμωδίας για να τραγουδήσουμε μαζί του (ύψιστη τιμή σε σκυλάδικο, απ’ ότι έμαθα μετά), τη λουλουδού που έριχνε δίσκους με γαρύφαλλα στους τραγουδιστές και τους θαμώνες.
Οι θαμώνες… Οι περισσότεροι ακίνητοι και ευλαβείς, σαν σε εκκλησία να πίνουν την θεία κοινωνία (ουίσκι, φυσικά), άνθρωποι της νύχτας, αλλά και παχουλές χωριάτισσες να χορεύουν το τσιφτετέλι σαν τέκνο, να λυγίζουν μέχρι κάτω μια μέση που το πάχος δεν άφηνε να φανεί ότι υπάρχει, μαλλί φουντωμένο, ρούχα λαμέ και σαγιονάρες, τις οποίες πετούσαν με μεγάλη ευκολία για να κάνουν τις απίθανες χορευτικές φιγούρες τους ξυπόλυτες ανάμεσα στα γαρύφαλλα που έπεφταν βροχή.
Σωστή επιλογή υποδήματος. Γιατί τα δικά μου camper γλιστρούσαν πάνω στα λουλούδια, και η ενδυματολογική μου παράλειψη να μη φορέσω ούτε ίχνος λαμέ ή glitter μου αφαιρούσε κάθε ίχνος γκλαμουριάς. Σαν τουρίστρια έμοιαζα – είδα σκοτάδι και μπήκα. Παρόλα αυτά, χόρεψα μέχρι τελικής πτώσεως – πράγμα που ισοδυναμεί με το να εκτελείς το καμασούτρα από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα την πρώτη φορά που το κάνεις· άντε να πείσεις ότι είσαι πρωτάρα! Ας όψεται ο Μίμης (Γκιουλέκας), ο Τζώνυ (Γουόκερ) και το σοκ της πρώτης φοράς σε σκυλάδικο.
Με ασταμάτητο τσιφτετέλι και γέλιο ήρθε το ξημέρωμα. Γυρνάω και φωνάζω στο Μίμη: «Είσαι μεγάλος!»
Και αυτός, στρέφει αργά το κεφάλι, σκάει μισό χαμόγελο και δέχεται τη φιλοφρόνηση με σεμνότητα αλλά και αυτογνωσία: « ’φχαριστώώώ…»

Υ.Γ.: Μεταξύ μας πάντως, δίπλα στο ισπανικό κιτς, τύφλα να έχουν όλα τα σκυλάδικα της εθνικής… Κάνω γερή προπόνηση στη Βαρκελώνη…

Στη φωτογραφία βλέπουμε τον αξέχαστο Μίμη Γκιουλέκα να χαιρετάει τα πλήθη...

Τετάρτη 25 Ιουλίου 2007

Ταξιδεύοντας σε έξι διαστάσεις (22 Ιουλίου 2007)

ENGLISH

Ένα – δύο – τρία – αναπνοή

Τέσσερα – πέντε – έξι – αναπνοή

Κολυμπάω με το κεφάλι μέσα στο νερό· είναι το μόνο πράγμα που μπορεί να αδειάσει το κεφάλι μου εντελώς, καθώς επικεντρώνω την προσοχή μου στη ρυθμική αναπνοή μου (τρεις απλωτές με το κεφάλι μου μέσα στο νερό / μία με το κεφάλι έξω) και την γαλάζια θέα του βυθού. Η πίεση του χρόνου που πέρασε είναι μακρινή πια· αυτό το post το γράφω σε ένα μικρό ελληνικό νησί, όπου χαλλλαρώνω (έμφαση στο «λ» λόγω καταγωγής) σε ερημικές παραλίες ή beach bar τίγκα στον κόσμο (να δούμε τώρα που θα βρω σύνδεση για να το κολλήσω αυτό στο blog μου!). Μετά τη χαλλλάρωση, περιπέτεια· έχω χαράξει δεκάδες διαφορετικές πορείες στο μυαλό μου, αλλά ακόμα δεν έχω αποφασίσει πού θα πάω.

Το καλοκαίρι ταιριάζει με την Ελλάδα. Και με τα ταξίδια.

Όμως τι είναι ταξίδι.

Πόσους διαφορετικούς τρόπους / τύπους ταξιδιού μπορείτε να σκεφτείτε;

Θα σας δώσω τη δική μου λίστα βάσει των εμπειριών μου – μισο-αστεία μισο-σοβαρά όπως πάντα. Όμως πρώτα ας δούμε τι λένε κάποιοι ποιητές / συγγραφείς:

Για το Γιάννη_Αγγελάκα η αγάπη είναι ένα (θυελλώδες) ταξίδι: «Είναι η αγάπη ένα ταξίδι από γιορτή σε γιορτή […] Είναι η αγάπη ένα ταξίδι από πληγή σε πληγή» (Γιορτή)

Για τον Alexander_de_Querzen , παθιασμένο workplayer, ταξίδι είναι η ευχαρίστηση και η δουλειά. Οι περισσότεροι θα συμφωνούσαν ως προς το πρώτο, αλλά… η δουλειά; Εντάξει αν είναι δημιουργική… όμως υπάρχει και άλλος τρόπος να ταξιδέψεις μέσω της δουλειάς;

[1] Χρόνος

Η δική μου δουλειά (έρευνα για διατριβή) με οδήγησε, μεταξύ άλλων, σε ένα ταξίδι στο χρόνο. Κάθε άνθρωπος ταξιδεύει στο χρόνο κατά τη διάρκεια της ζωής του, από ώρα σε ώρα, χρόνο σε χρόνο, εποχή σε εποχή. Εγώ πήγα πιο πέρα. Έπρεπε να ψάξω για το έργο μιας γνωστής/άγνωστης ζωγράφου (το όνομά της ήταν διάσημο, αλλά το έργο της είχε εξαφανιστεί με την πάροδο του χρόνου). Ψάχνοντας για υλικό, βούτηξα στη σκόνη και τη μούχλα βιβλιοθηκών με παλιές εφημερίδες και αποθηκών με έργα τέχνης. Αποτέλεσμα: βρωμιά και βήχας για μένα, ξεσπίτωμα για εκατοντάδες αράχνες που είχαν κάνει τους ιστούς τους πάνω στα αντικείμενα που έψαχνα· και ένα ταξίδι στο χρόνο, σε μια εποχή με αψέντι, όπιο, πολέμους, κρινολίνα· στη ζωή μιας γυναίκας που γεννήθηκε πριν από 130 χρόνια περίπου. Παρά τις φήμες που κυκλοφορούν γι’ αυτήν σε φόρουμ στο ίντερνετ ότι μετά το θάνατό της έγινε φάντασμα, η αφιλότιμη δεν ήρθε να με επισκεφθεί και να μου πει που στο καλό είχαν εξαφανιστεί τα έργα της. Οπότε άρχισα να τα ψάχνω σε ιδιωτικές συλλογές.

[2] Μια πραγματικότητα τόσο μακριά/ τόσο κοντά

Η έρευνά μου με οδήγησε σε μέρη απρόσιτα για τους περισσότερους.

Σπίτια νεόπλουτων (πλουσίων σε απίστευτο βαθμό), μεγάλα σαν αίθουσες αναμονής αεροδρομίου: Πάνω που είχα αρχίσει να ψάχνω για τα duty-free, μια στρατιά υπηρετών ήρθε κατά πάνω μου για να μου προσφέρει καφέ, αντιμετωπίζοντάς με για κάποιο ανεξήγητο λόγο σαν να ήμουν κανένας σεΐχης. Αφού υποκλίθηκαν στη Μεγαλειότητά μου, γονάτισαν για να μου προσφέρουν καφέ, φέρνοντας τόσα πολλά διαφορετικά είδη βουτημάτων και ζάχαρης, ώστε μπερδεύτηκα και τελικά τον ήπια σκέτο!

Σπίτια νεόφτωχων (τέως αριστοκρατών που είχαν κληρονομήσει συλλογές τέχνης) γεμάτα με αντίκες από το ένδοξο παρελθόν τους: Οι ηλικιωμένοι ένοικοι με άφηναν μόνη με το θησαυρό τους για ώρες. Οπότε είχα το πεδίο ελεύθερο για να ψάξω για τους πίνακες στα πιο απίθανα σημεία (αξιοποιώντας επιτέλους το πτυχίο της Αρχαιολογίας σε αυτές τις ιδιότυπες «ανασκαφές») όπου τους είχαν ξεχάσει οι ιδιοκτήτες, χτυπημένοι από τη νόσο του Alzheimer. Καθώς αντιστάθηκα σθεναρά στον πειρασμό που μου φώναζε “take the money (έστω, τους πίνακες) and run”, δεν κέρδισα τίποτα, εκτός από άφθονο υλικό για την εργασία μου και την συμπάθεια των ηλικιωμένων· την οποία εξέφραζαν όχι ορίζοντάς με κληρονόμο των συλλογών τους (θα ’θελα), αλλά τηλεφωνώντας για να με ρωτήσουν τα πιο απίθανα πράγματα: «Δεσποινίς, είστε δυσκοίλια;» «Ευτυχώς όχι!»

Εντωμεταξύ, ενώ εγώ ανακάλυπτα τον κόσμο των πλουσίων, η φίλη μου Ε., που με φιλοξενούσε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου, έκανε μια δουλειά πολύ πιο ουσιαστική και σημαντική. Επισκεπτόταν border camps και φυλακές όπου κρατούν τους λαθρομετανάστες και τους πρόσφυγες, προσπαθώντας να τους βοηθήσει με όποιο τρόπο μπορούσε. Ταξίδευε σε μια διαφορετική πραγματικότητα (τόσο μακριά / τόσο κοντά), όπου ο πόνος, η καταπίεση και η ελπίδα είναι το κοινό πεπρωμένο για ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο. Αυτοί οι άνθρωποι, φυλακισμένοι / απομονωμένοι απ’ όλους εμάς, επειδή είναι «παράνομοι» σύμφωνα με τους νόμους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κάτι που έρχεται σε αντίθεση με αυτό που έκαναν οι άνθρωποι από πάντα, δηλαδή να μετακινούνται από τόπο σε τόπο – και μιλάω ως ιστορικός, όχι ως πολιτικός), της μιλούσαν για την ζωή και τα προβλήματά τους. Ο καθένας της άνοιγε ένα διαφορετικό κόσμο. Κάθε άνθρωπος και ένα ταξίδι.

[3] Άνθρωποι

Κάθε άνθρωπος είναι ένα ταξίδι.

Κάθε άνθρωπος είναι ένας κόσμος ολόκληρος.

Ένα ταξίδι που μπορεί να κρατήσει μια στιγμή ή χρόνια – εξαρτάται από το πόσα θα μοιραστείς μαζί του.

Ένας κόσμος που μπορεί να περάσει φευγαλέα μπροστά από τα μάτια σου ή να σου ανοιχτεί για να μπεις και να τον εξερευνήσεις.

Το ταξίδι είναι ο άνθρωπος που θα ανακαλύψεις (ο χαρακτήρας, οι σκέψεις, οι εμπειρίες, τα συναισθήματά του) και όλα τα πράγματα που θα ζήσεις μαζί του. Καμιά φορά το ταξίδι τελειώνει απότομα, άλλες φορές οι φίλοι μπαινοβγαίνουν διαρκώς στη ζωή σου. Η μετακόμισή μου στη Βαρκελώνη άνοιξε τόσους δρόμους για ταξίδι: με έφερε κοντά σε ανθρώπους που δεν γνώριζα και φίλους που δεν είχα δει για πολύ καιρό· από την άλλη με απομάκρυνε από τους δικούς μου ανθρώπους στη Θεσσαλονίκη – τους οποίους βλέπω όποτε επιστρέφω.

[4] Χώρος

Όποτε γυρίζω σε καθεμιά από αυτές τις πόλεις, έχω πάντα την αίσθηση ότι όλα παρέμειναν ίδια και ότι δεν έλειψα πάνω από μια μέρα· για μένα είναι απλά η επόμενη μέρα στη Θεσσαλονίκη ή στη Βαρκελώνη, και ας έχουν περάσει μήνες. Στην πραγματικότητα όλα έχουν αλλάξει: «Δεν μπορείς να περάσεις το ίδιο ποτάμι δυο φορές» (Ηράκλειτος) γιατί το νερό που κυλάει έχει αλλάξει και το ίδιο και εσύ. Οπότε το ταξίδι σε ένα συγκεκριμένο χώρο – γνωστό ή άγνωστο – δεν αλλάζει ποτέ. Όχι μόνο επειδή ο τόπος αλλάζει, αλλά και επειδή όσο γνωστός και να είναι, υπάρχουν πάντα νέα πράγματα να ανακαλύψεις. Σαν ένα βιβλίο που γράφεται και ξαναγράφεται διαρκώς. Και μιας και αναφέραμε τα βιβλία…

[5] Βιβλία / Τέχνη

Τα βιβλία και η τέχνη σου δίνουν την ευκαιρία να ταξιδέψεις σε όλα τα παραπάνω (χρόνο, πραγματικότητα, ανθρώπους, χώρο) χωρίς προσωπική εμπειρία. Έχουν «αυτή τη συμπαθητική μαγεία που συνίσταται στο να μεταφέρεσαι νοερά στο εσωτερικό ενός άλλου ανθρώπου» (Marguerite Yourcenar, Απομνημονεύματα Αδριανού). Και ενώ τα βιβλία και η τέχνη μπορούν να σε μεταφέρουν στις δημιουργίες και τις ψυχές άλλων ανθρώπων, υπάρχει τρόπος να ξεκινήσεις τα πιο μακρινά και τρελά ταξίδια με καπετάνιο τον ίδιο σου τον εαυτό:

[6] Η φαντασία

Υ.Γ.1: Έχετε να προσθέσετε κάτι;

Υ.Γ.2: Αφού έγραψα το post στο myspace έρχεται o Alexander_de_Querzen και μου σχολιάζει ότι είχε παρανοήσει την ερώτησή μου, ότι δηλαδή νόμιζε ότι ρωτούσα για ποιους λόγους μπορεί να ταξιδέψει κανείς! Χαμένοι στη μετάφραση… Δεν πειράζει όμως, μου έδωσε πάτημα να πω τον πόνο μου (αμάρτησα για το μεταπτυχιακό μου), οπότε δεν έκανα καμιά αλλαγή εδώ…

Η φωτογραφία είναι από την αμαξοστοιχία 503…

CH-CH-CH-CH CHANGES! Αλλαγές… (21 Ιουνίου 2007)

ENGLISH



Καλοκαίρι! Τέρμα τα μαθήματα, οι εργασίες, το διάβασμα. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια σκοπεύω να δώσω στον εαυτό μου διακοπές διαρκείας. Να δούμε βέβαια αν θα τα καταφέρω, γιατί το διάβασμα μπορεί να είναι άκρως εθιστικό: ξεκινώ διαβάζοντας τις οδηγίες στα σαμπουάν, μετά άντε καμιά εφημερίδα, και πριν το καταλάβω καλά καλά, αρχίζω και πάλι να δουλεύω για πολλές ώρες. Κάποια πράγματα δεν αλλάζουν! Άλλα όμως αλλάζουν…

Χθες ήταν το τελευταίο μου μάθημα για το διδακτορικό. Δώσαμε τις τελικές εργασίες και βγήκαμε με τον καθηγητή μας για μια μπυρίτσα. Μας είπε ότι του χρόνου βγαίνει στη σύνταξη. Όταν μας αποχαιρέτησε, τον καθένα ξεχωριστά, παρατήρησα κάτι παράξενο στο βλέμμα του… Και ξαφνικά κατάλαβα: ήμασταν οι τελευταίοι μαθητές του. Αποχαιρετώντας εμάς αποχαιρετούσε ένα από τα πιο σημαντικά κομμάτια της ζωής του, τη διδασκαλία. Τέλος εξαμήνου για μας. Τέλος εποχής για εκείνον.

Κάποιες φορές ένας άνθρωπος – φίλος, δάσκαλος, μαθητής, γνωριμία, one-night-stand – γίνεται σημαντικός χωρίς να το καταλάβει, απλά και μόνο επειδή εμφανίζεται σε μια καμπή της ζωής σου και γίνεται η προσωποποίηση μιας σημαντικής αλλαγής.

Κάθε στιγμή λέμε αντίο σε ένα κομμάτι της ζωής μας και προχωρούμε σε κάτι άλλο, χωρίς να το καταλάβουμε. Όμως υπάρχουν στιγμές που γίνεται φανερό ότι αλλάζεις δρόμο, ότι αφήνεις κάτι πίσω σου, λες αντίο σε μια εποχή και καλημέρα στην αλλαγή.

Χαμένη σε αυτές τις σκέψεις, ενώ καθαρίζω το σπίτι μου… γι’ αυτό δεν τελειώνω ποτέ! Μόλις μετακόμισα σε ένα νέο σπίτι, οπότε μπορείτε να φανταστείτε πώς είναι. Προσπαθώντας να τιθασεύσω το χάος, ανακαλύπτω ένα φάκελο. Φωτογραφίες… Από την παιδική μου ηλικία μέχρι σήμερα. Βλέπω τον εαυτό μου σε αυτές και θυμάμαι τα δικά μου «αντίο» σε ανθρώπους και στιγμές. Κάποιες φάσεις έφυγαν σιωπηλά, άλλες εξαιτίας μιας συνειδητής απόφασης που με έφερε ένα βήμα μπροστά. Πόσο έχω αλλάξει όλο αυτό τον καιρό; Αναγνωρίζω τον εαυτό μου ακόμα και στις φωτογραφίες όπου είμαι μωρό, το ίδιο πρόσωπο, οι ίδιες εκφράσεις. Όμως τόσο διαφορετική ταυτόχρονα.

Βλέπω τις φωτογραφίες των φίλων μου… Είμαι τυχερή, έχω κρατήσει τους ίδιους καλούς φίλους από τότε που ήμουν μικρή και όχι μόνο γνωρίζω το αμαρτωλό παρελθόν τους (έρωτες, περίεργα κουρέματα, σιδεράκια) αλλά έχω και τις φωτογραφίες-ντοκουμέντα για να το αποδείξω! Άστο καλύτερα όμως, γιατί έχουν και αυτοί ανάλογα ντοκουμέντα από το δικό μου παρελθόν, με φούστες λαμπάντα, με καρό πουκάμισα στιλ Nirvana, με ελάχιστο ρουχισμό στη Μύκονο… Μπα, άσε!

Τελευταία συνέβησαν πολλές αλλαγές στις ζωές των δικών μου: νέες δουλειές, σχέσεις, σπίτια… Ένας τυφώνας αλλαγών! Έχουν όλοι στρέψει τη ζωή τους σε διαφορετική κατεύθυνση μέσα σε ένα χρόνο.

Το ίδιο και εγώ…

Φαίνεται περίεργο, αλλά συμβαίνει. Για πολλά χρόνια περπατάς αργά και σταθερά, οι αλλαγές προκύπτουν ανεπαίσθητα, καθώς το ένα βήμα οδηγεί στο άλλο φυσικά.

Άλλες φορές… Πήδα, βούτα, τρέξε, πέσε, σήκω, άλλαξε κατεύθυνση!

Καθώς λοιπόν προχωρούσε σε ένα δρόμο που είχα ορίσει-ανοίξει-οραματιστεί, ξαφνικά, πριν από δυόμισι χρόνια, να’ σου το Πρόβλημα. Με κεφαλαίο Π. Γιατί ήταν τεράστιο και ανυπέρβλητο. Άλλαξε τη ζωή μου και το χαρακτήρα μου. Όσο πιο μεγάλη, βίαιη και ξαφνική η αλλαγή, τόσο περισσότερο σε επηρεάζει.

Προσπαθούσα να το λύσω, για ενάμισι χρόνο πάλευα μάταια, με όλη μου τη δύναμη, αλλά δεν ήταν στο χέρι μου. Καθώς προσπαθούσα να το λύσω, σαν Γόρδιος Δεσμός μπλεκόταν ολοένα και περισσότερο συμπαρασύροντας τη ζωή μου στον πάτο. Ώσπου αποφάσισα να πάρω ένα μάθημα από την ιστορία και να διδαχτώ από τους προγόνους ημών:

«Στο Γόρδιο υπήρχε ένα κάρο βοδιού δεμένο με έναν πολύπλοκο κόμπο. Σύμφωνα με το θρύλο, αυτός που θα το έλυνε, θα κυρίευε όλη την Ασία. Το 333π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος πήγε εκεί και προσπάθησε να το λύσει, αλλά μάταια. Έτσι, πήρε ένα σπαθί και έκοψε τον κόμπο. Και κυρίευσε την Ασία…»

Αν δεν μπορείς να λύσεις ένα πρόβλημα, πρέπει να πάρεις δραστικά μέτρα, να ξεκόψεις. Και αν πάλι δεν βγει από τη ζωή σου, αλλάζεις ζωή, βρίσκεις μια νέα ζωή και ένα νέο εαυτό.

Για μια ακόμα φορά έπρεπε να αλλάξω, αυτή τη φορά επειδή το ήθελα και όχι επειδή με ανάγκαζε το Πρόβλημα.

Πώς;

Πρώτο βήμα – Αλλαγή εμφάνισης: Εντάξει, δεν είναι και το πιο φιλοσοφημένο πράγμα στον κόσμο (υποθέτω ότι σε κάθε τεύχος του Cosmopolitan υπάρχουν συμβουλές με το πώς να το πετύχετε) αλλά για κάποιο λόγο δεν μπορούσα να αντισταθώ· κούρεψα και έβαψα τα μαλλιά μου, άλλαξα το σώμα μου με ατελείωτες ώρες πόνου στο γυμναστήριο (ωχ βώχ!), αγόρασα τόνους ρούχα και παπούτσια. Τι, εσείς δεν έχετε περάσει τέτοια φάση; Προσοχή τότε: αν αποφασίσετε να κάνετε τη μεγάλη Αλλαγή κατά τη διάρκεια των εκπτώσεων, όπως έκανα εγώ, θα σας βγει με 50% έκπτωση! Αυτό και αν είναι ευκαιρία!

Επόμενο βήμα – Χαμένο κορμί με φωνάζουν κι αλήτη γιατί δε γυρνάω τα βράδια στο σπίτι: Αλλαγή σκηνικού, έξοδοι με φίλους ολημερίς (και ολονυκτίς), γλέντια, νέες γνωριμίες. Προσοχή όμως! Με μέτρο, όσο γίνεται, γιατί να αλλάξουμε ζωή είπαμε, όχι να τρέχουμε σε κέντρα απεξάρτησης από το αλκοόλ.

Και τώρα; - Κάτι έλειπε… Χρειαζόμουν κάτι ακόμη… Είχα μια ιδέα, αλλά δεν έπρεπε να πάρω απόφαση εν θερμώ…

Ή μήπως έπρεπε;

Τρεις μέρες αφότου έκοψα το Γόρδιο Δεσμό, σε ένα ταχυδρομείο, κάπου στη Θεσσαλονίκη: Κρατάω δύο φακέλους. Πρέπει να ταχυδρομήσω έναν από αυτούς, αλλά ποιον; Με λίγη τύχη και πολλή προσπάθεια (δηλαδή διάβασμα, πάλι!) μπορώ να αλλάξω τη ζωή μου με αυτούς. Μια μικρή αλλαγή – να κάνω αυτό που θέλω σε ένα μέρος όπου θα είμαι με αυτούς που αγαπάω / Vs. Μια μεγάλη αλλαγή – να κάνω αυτό που θέλω σε ένα μέρος όπου δεν γνωρίζω σχεδόν τίποτα και κανέναν, μια φυγή στο άγνωστο. Περιεχόμενα – Φάκελος Νο.1: Αίτηση για υποτροφία εσωτερικού / Φάκελος Νο.2: Αίτηση για υποτροφία εξωτερικού. Περιμένω στην ουρά ανίκανη να αποφασίσω. Λέω στον εαυτό μου ότι όποιον φάκελο θέλει να δώσει το χέρι μου, αυτή θα είναι και η απόφασή μου.

Γκλιν γκλονγκ! Η σειρά μου.

Ταχυδρομώ τον έναν από τους φακέλους και πετάω τον άλλο στα σκουπίδια.

Τι εννοείτε ποιον; Δε διαβάσατε το προφίλ μου; ;)

Υ.Γ.: Υπάρχει πάντα ένα υστερόγραφο! Αυτή τη φορά, ας τραγουδήσουμε λίγο Bowie!

I still don't know what I was waiting for
And my time was running wild
A million dead-end streets
Every time I thought I'd got it made
It seemed the taste was not so sweet
So I turned myself to face me
But I've never caught a glimpse
Of how the others must see the faker
I'm much too fast to take that test

Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Don't want to be a richer man
Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Just gonna have to be a different man
Time may change me
But I can't trace time

I watch the ripples change their size
But never leave the stream
Of warm impermanence
So the days float through my eyes
But still the days seem the same
And these children that you spit on
As they try to change their worlds
Are immune to your consultations
They're quite aware of what they're going through

Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Don't tell t hem to grow up and out of it
Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Where's your shame
You've left us up to our necks in it
Time may change me
But you can't trace time

Strange fascination, fascinating me
Changes are taking the pace I'm going through

Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Oh, look out you rock 'n rollers
Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Pretty soon you're gonna get a little older
Time may change me
But I can't trace time
I said that time may change me
But I can't trace time

(Changes, by David Bowie)

Η φωτογραφία είναι από το τείχος του Βερολίνου…

Έστω ότι x είναι νορμάλ (2 Ιουνίου 2007)

ENGLISH


Είμαι στην τελική ευθεία! Το καλοκαίρι ξεκινά και τα βάσανά μου όπου να ’ναι τελειώνουν: Ολοκληρώνω τις εργασίες μου και θα ενδώσω σε μεγάααλες διακοπές για να «γεμίσω τις μπαταρίες» όπως λένε. Το περιμένω πώς και πώς, καθώς για περισσότερο από έναν χρόνο με κυνηγάνε οι προθεσμίες και δεν βρίσκω ελεύθερο χρόνο να κάνω και πολλά – καμιά φορά ούτε να κοιμηθώ. Βλέπω τη νύχτα και τη μέρα να εναλλάσσονται έξω από το παράθυρό μου· πάω για ύπνο όταν το ξυπνητήρι του γείτονα τον ξυπνάει για να πάει στη δουλειά.

Όταν λοιπόν οι νορμάλ άνθρωποι πηγαίνουν στη δουλειά, στέκομαι για λίγα λεπτά στο μπαλκόνι, βλέποντας την πόλη που ξυπνάει και μετά πέφτω για ένα σύντομο ύπνο…

Χθες βράδυ βγήκα για ποτό με ένα φίλο, που μου έλεγε ότι δεν είναι νορμάλ, χρησιμοποιώντας μερικές από τις σκέψεις / πράξεις του ως παραδείγματα. Γνωρίζοντάς τον για λίγο καιρό, αλλά αρκετά καλά για να τον καταλαβαίνω σε βάθος, καθώς μιλούσε αναγνώριζα σε αυτόν κομμάτια του εαυτού μου. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι και οι δύο έχουμε την τάση να σπρώχνουμε τους εαυτούς μας στα άκρα, με τη μόνη διαφορά ότι όταν φτάνουμε σ’ αυτά, εγώ φοβάμαι και πατάω φρένο, ενώ αυτός πατάει το γκάζι, έτσι, για να δει τι θα συμβεί…

Απλά μαθηματικά: έστω ότι το Α δεν είναι νορμάλ, και το Β μοιάζει με το Α, τότε ούτε το Β είναι νορμάλ, έτσι δεν είναι;

Ζητώ συγγνώμη για τα «μαθηματικά», αλλά έχοντας μια αδελφή που περνάει όλο της το χρόνο με θεωρήματα, προτάσεις, εξισώσεις, έχω συνηθίσει αυτή την «εκκεντρική» διάλεκτο. Στις ταινίες οι μαθηματικοί είναι πάντα οι περίεργοι. Σε μένα όμως μου φαίνονται αρκετά νορμάλ, καθώς έχω συνηθίσει να τη βλέπω να ξυπνάει το βράδυ για να γράψει κάποιο θεώρημα και το βρίσκω πολύ συνηθισμένο να ζω σε ένα δωμάτιο γεμάτο με χαρτιά με ακατανόητα σύμβολα, σχέδια, σημειώσεις.

Πρόσφατα κάποιος της είπε ότι στην ηλικία της θα έπρεπε να ενδιαφέρεται λιγότερο για τα μαθηματικά και περισσότερο για τα παιδιά και το γάμο, γιατί αυτό είναι «νορμάλ» για μια γυναίκα. Πράγμα που μου κέντρισε την περιέργεια να δω τι θεωρείται «νορμάλ». Έτσι αποφάσισα να μελετήσω παραδείγματα «νορμάλ» ανθρώπων: κοιτάζοντας προσεκτικά, είδα πολλούς από αυτούς (εντάξει, όχι όλους, δε θέλω να είμαι |απόλυτη| ) να θυσιάζουν τα όνειρα και τις ανάγκες τους προκειμένου να φτάσουν στην Αγία Τριάδα της κανονικότητας: δουλειά, οικογένεια, παιδιά.

Είναι αυτό νορμάλ; Να πιστεύεις ότι υπάρχει μια συνταγή για την ευτυχία που αποτελείται μονάχα από αυτά τα τρία συστατικά και ότι οτιδήποτε άλλο είναι καταδικασμένο να αποτύχει;

Είναι αυτό νορμάλ; Να προσπαθείς να χωρέσεις σε ένα μικρό κουτί κόβοντας και πετώντας όποια κομμάτια του εαυτού σου δε χωράνε μέσα;

Ή μήπως είναι απλά θέμα ορισμού, ανάλογα με το πώς ορίζει κανείς το νορμάλ; (Η αδελφή μου μου είχε εξηγήσει κάποτε ότι στα μαθηματικά 1+1 δεν κάνει πάντα 2, εξαρτάται από τον ορισμό…)

Παρά τις αμφιβολίες μου, άρχισα να αναρωτιέμαι αν αυτοί που δεν χωράνε/ δε θέλουν να χωρέσουν σε αυτό το «κουτί» δεν είναι διαφορετικοί, αλλά…

Βρε μπας και είμαστε τίποτα περίεργοι;

Μετά το ποτό αποφασίσαμε να κάνουμε μια βόλτα, και, αναπόφευκτα περάσαμε από την Rambla, το πιο πολυσύχναστο σημείο της Βαρκελώνης (για να μην πω του πλανήτη).

Συνηθισμένοι άνθρωποι (νορμάλ ή περίεργοι που προσπαθούν να φανούν νορμάλ υιοθετώντας μια συνηθισμένη εμφάνιση) / Φρικιά παντός είδους, σχήματος, χρώματος (περίεργοι ή νορμάλ που προσπαθούν να κρύψουν πόσο βαρετοί είναι υιοθετώντας αυτή την περίεργη εμφάνιση;).

Βρετανίδες που ήρθαν για bachelor party και κυκλοφορούν με φωτεινούς δονητές στα κεφάλια.

Χοντρές γριές τρανσέξουαλ που πειράζουν τους περαστικούς.

Ισπανοί κλαμπόβιοι με παντελόνια λεοπάρ και φωσφοριζέ πουπουλένια σακάκια, ρασταφάρι, πάνκ, γκοθάδες, μεταλάδες.

Άνθρωποι να πίνουν, να φωνάζουν, να κατουράνε στη μέση του δρόμου, να σκοτώνουν την ώρα τους.

Καλλιτέχνες του δρόμου, πουτάνες, μουσικοί, πρεζόνια, τουρίστες, ζητιάνοι…

Τους κοιτάω, μετά κοιτάω και μας και ρωτάω στο φίλο μου:

«Είσαι σίγουρος ότι δεν είμαστε νορμάλ;»

Υ.Γ. Προσπάθησα να απαλείψω τα προσωπικά στοιχεία όσο μπορούσα. Ας αφήσω τον αγαπημένο μου Γιάννη Αγγελάκα να γεμίσει τα κενά:

«Τα κανονικά παιδιά

Γεννιούνται κανονικά

Μεγαλώνουν κανονικά

Ονειρεύονται κανονικά

Ερωτεύονται κανονικά

Και πεθαίνουν ΚΑΝΟΝΙΚΑ»

Πες μου μαμά

Πες μου τι γίνεται μ’ εκείνα τα παιδιά

Που αν και γεννιούνται κανονικά

Δε μεγαλώνουν κανονικά

Δεν ονειρεύονται κανονικά

Ούτε ερωτεύονται κανονικά

Πες μου μαμά

Πες μου αν πεθαίνουν

Πες μου αν πεθαίνουν κανονικά

Η φωτογραφία είναι από το Gay Pride 2007 της Βαρκελώνης…