Τετάρτη 21 Μαΐου 2008

Rock El Casbah!

ENGLISH

Casbah· οχυρό για τους Άραβες, τραγούδι για την ελευθερία από τους Clash ή για το θάνατο από τους Αμερικανούς εισβολείς στον Κόλπο. Και για μένα; Εξαρτάται από το άρθρο. Rock the Casbah: μακρινή ανάμνηση κάποιου που έχει χαθεί κάτω από τη σκόνη του χρόνου. Rock el Casbah: ίσως η αρχή της τωρινής μου τρέλας!

Μπαίνουμε στη μηχανή του χρόνου και πάμε δυο χρόνια πίσω: μια μέρα πριν τις εξετάσεις για την υποτροφία που με έστειλε εδώ που είμαι τώρα. Αντί να διαβάζω το ξενυχτάω στη συναυλία του Racid Taha. Βγαίνει σαν θεός του ροκ, δερμάτινη καμπαρτίνα μέσα στη ζέστη του αθηναϊκού Μάη, μαύρο γυαλί που δεν αποχωρίστηκε στιγμή και παίζει αξέχαστα. Μέχρι να μας αποχαιρετήσει με το Rock El Casbah είχαμε ξημερωθεί σχεδόν και δε μου έμενε ούτε λεπτό για ύπνο. Πήγα άυπνη στις εξετάσεις και αναγκαστικά άφησα το ζήτημα στον αυτόματο πιλότο, δηλαδή το υποσυνείδητο, που ευτυχώς ήξερε τα θέματα των εξετάσεων πολύ καλύτερα από εμένα· έτσι πήρα την υποτροφία και ένα όνειρο ως τότε μακρινό και ασαφές, να ζήσω στο εξωτερικό, ήρθε και ντουπ! προσγειώθηκε στη ζωή μου.

Ελπίζω με αυτή μου την αφήγηση να κατορθώνω να περάσω τη σοφία μου στους νεότερους: δηλαδή να τους διδάσκω πώς να πηγαίνουν να δίνουν εξετάσεις (κουρούμπελα), πώς να εμπιστεύονται το ένστικτό τους όσο και τη λογική (ιδιαίτερα όταν έχουν ξεχάσει τη λογική σπίτι σε κάποιο συρτάρι) και φυσικά πώς να μη χάνουν συναυλία για συναυλία. Και πάνω απ’ όλα να εξηγήσω πώς και γιατί η λέξη “Casbah” μου άλλαξε τη ζωή, όσο να πεις.

Πριν από λίγο καιρό το Casbah έγινε και κάτι ακόμα: η ραδιοφωνική μου παρέα. Μετά από πρόσκληση του Bidibi, ο οποίος ευτυχώς δε μου κρατάει κακία που του έχω κολλήσει αδίκως και παραλόγως το παρατσούκλι Βiribiridibis, χθες το βράδυ στις 12 ώρα Ελλάδος έκανα το ραδιοφωνικό μου ντεμπούτο στο Radio Casbah! Ξεκίνησα με ένα playlist από αγαπημένα τραγούδια, που θα κρατούσε για μια ώρα, όμως οι φίλοι που μου κρατούσαν παρέα με έκαναν να περνάω πολύ ωραία και να μη θέλω να ξεκουμπιστώ, οπότε άρχισα να ψάχνω στο σκληρό και γι’ άλλα τραγούδια. Και να τα τραγούδια που έπαιξα τελικά:

1. Pulp – Stylorock (nights of suburbia)

2. The Κillers – Somebody told me

3. Svinkels – Réveille le punk

4. Gorillaz – Punk

5. Beastie Boys – Sabotage

6. Pixies – Gouge Away

7. The Dandy Warhols – Get Off

8. Franz Ferdinand – Take Me Out

9. Fischerspooner – Never Win

10. Primal Scream – Some Velvet Morning

11. PJ Harvey – Shame

12. Tricky – Diss Never

13. Mano Negra – King of Bongo

14. Sonic Youth – Dirty Boots

15. The Clash – Guns of Brixton

16. Racid Taha – Rock El Casbah

17. Orishas – Mística

18. Gorillaz – Tomorrow Comes Today

19. Δημοσθένης ΓρίβαςBedtime

20. Ladytron – International Dateline

21. Blur – Beetlebum

22. Mano Negra – Le Bruit du Frigo

23. Les Negresses Vertes – Hasta Llegar

24. Antonio Pinto & Ed Cortes – Nem Vem Que Não Tem

25. Tom Waits – Temptation

26. Lou Reed – Walk On The Wild Side

27. Blur – Out Of Time

28. The Stone Roses – I Wanna Be Adored

29. Depeche Mode – Stripped

30. New Order – Blue Monday

31. Gun Club – Sex Beat

Ευχαριστώ πολύ τα παιδιά από την παρέα του Casbah!


Όσο για τη φωτογραφία: κάθε blogger φωτογραφίζει κάτι χειρόγραφο και στη συνέχεια προσκαλεί και άλλους στο παιχνίδι. Ο Bidibis με προσκάλεσε να κάνω και εγώ το δικό μου χειρόγραφο και εγώ προσκαλώ με τη σειρά μου τους NoNickNameToday και Alexander de Querzen. Αν θέλουν ας φτιάξουν τα δικά τους!

As for the photo: every blogger takes a photo of something he/she has written by hand and then invites others to the game. Bidibis invited me to make my own and I invite NoNickNameToday and Alexander de Querzen. They can make their own if they like!

Πέμπτη 15 Μαΐου 2008

Ομφάλιος λώρος

ENGLISH

Επιστροφή στο σπίτι μετά τη δουλειά. Πρέπει να μαγειρέψω, να ψωνίσω, να καθαρίσω, μετά να στρωθώ στο διάβασμα και αν προλάβω να πάω και για κολύμπι γιατί θα σαπίσω όλη τη μέρα μπροστά στον υπολογιστή. Μια συνηθισμένη μέρα.

Από τον πρώτο καιρό ήδη στη Βαρκελώνη μου προξένησε μεγάλη απορία αυτό το γεγονός: τα σπίτια δεν έχουν κανένα μα κανένα αυτοματισμό. Δε μπορώ να καταλάβω. Πετάω τα ρούχα μου κάτω και μένουν στο πάτωμα, αντί να επιστρέψουν καθαρά και σιδερωμένα στη ντουλάπα μου. Ανοίγω την κατσαρόλα και είναι άδεια, αντί να έχει το αγαπημένο μου φαγητό. Ξυπνάω το πρωί με το ξυπνητήρι και όχι με χυμό πορτοκάλι δίπλα στο κρεβάτι μου… Οι άνθρωποι είναι πολύ πίσω, όποιος κατάγεται από κάποια άλλη μεσογειακή χώρα, βλέπε Ελλάδα, ξέρει ότι εκεί η τεχνολογία έχει προχωρήσει πολύ.

Αν είσαι γύρω στα τριάντα ας πούμε, δε χρειάζεται να ασχοληθείς με μπανάλ πράγματα όπως καθαριότητα, νοικοκυριό, ψάξιμο δουλειάς, αγορά σπιτιού… Ακόμα και για να κάνεις οικογένεια δε χρειάζεται να κουνήσεις τίποτα άλλο πέρα από τα απαραίτητα (τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται )· από εκεί και πέρα η ανατροφή των παιδιών δεν είναι δική σου ευθύνη. Όλα γίνονται αυτόματα, μαγικά, γιατί κάποιος φροντίζει για σένα, μα ποιος; Α, ναι, οι γονείς σου!

Ο ομφάλιος λώρος στην ουσία δεν κόβεται ποτέ… εκτός και αν το επιλέξεις εσύ.

«Αποφάσισες ξαφνικά να κόψεις τον ομφάλιο λώρο», μου λέει με καημό τις προάλλες η μαμά μου, αναφερόμενη στην περσινή «φυγή» μου από το σπίτι.

«Μα ήμουν σχεδόν 28!», διαμαρτυρήθηκα.

Ένα πράγμα με αυτές τις μανάδες: είναι ειδικές στο να σου δημιουργούν τύψεις. «Αν οι τύψεις είναι ταξίδι, η μάνα μου έχει το ταξιδιωτικό γραφείο», έγραφε σε ένα μπλουζάκι (όποιος το βρει παρακαλώ να μου το στείλει). Τύψεις όχι γιατί είσαι κανένα ρεμάλι (εγώ προσωπικά είμαι, αλλά η μάνα μου δε το ξέρει) αλλά γιατί κάνεις το αυτονόητο: ζεις τη ζωή σου μόνος και ανεξάρτητος, με βάση τις προσωπικές σου επιλογές.

Βέβαια για τους γονείς οτιδήποτε εκτός από δουλειά σε δημόσια υπηρεσία, γάμο και σπίτι σε ακτίνα 20 μέτρων από το δικό τους σημαίνει «βαδίζω ντουγρού για την καταστροφή». Θέλουν να σε νταντεύουν εφ όρου ζωής.

Μια ολόκληρη γενιά προορισμένη να φοράει πάνες για πάντα. Δεν φταίμε βέβαια αποκλειστικά εμείς· αν ρωτήσεις κάποιον της ηλικίας μου στην Ελλάδα με τι ασχολείται, είναι πολύ πιθανό να λάβεις ως απάντηση «κάνω τα χαρτιά μου για…». Οι δουλειές έχουν καταντήσει αστικός μύθος. Ακόμα και όταν βρούνε δουλειά, ο μισθός που παίρνουν είναι τόσο χαμηλός, που δε φτάνει για να τα βγάλουν πέρα. Έχει βουίξει ο τόπος για τη G-700, τη γενιά των 700 ευρώ τελευταία…

Βέβαια υπάρχει και η κατηγορία που μπορεί να τα βγάλει πέρα, απλώς δε θέλει να χάσει τη χλιδή του πατρικού σπιτιού ή τα χρήματά της σε ενοίκια και λογαριασμούς…

Και αυτή που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα όπως και να 'χει, κάτι που προσπαθώ να κάνω και εγώ. Με φυγή από το πατρικό σπίτι ή ακόμα και την πατρίδα. Και πάνω που ξεχνάς γιατί είχες φύγει, έρχεται η στιγμή που το θυμάσαι· όπως όταν παίρνεις τηλέφωνο να ρωτήσεις τι απέγινε εκείνη η ρημαδοϋποτροφία και δε σου τη στέλνουν εδώ και τρεις μήνες «Ε, ξέρετε τώρα πώς είναι η ελληνική πραγματικότητα» σου απαντούν… Ξέρω, ξέρω. Και προτιμώ να απέχω απ’ αυτήν.

Στη φωτογραφία η εγκατάσταση-happening του Max Streicher "Sleeping giants", μια φωτογραφία που τράβηξα το Νοέμβρη στο Λονδίνο...